Με κέρδη άνω των 2,2 δισ. ευρώ έκλεισαν το πρώτο μισό του 2024 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, καταγράφοντας επίδοση-ρεκόρ, με την αμέσως καλύτερη να εντοπίζεται στο μακρινό 2008!
Παράλληλα στα άτυπα αυτά τραπεζικά «χαράτσια» η ελληνική κοινωνία πρέπει να αντιμετωπίσει και τις κολοσσιαίες αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος.
Έσοδα από τόκους και προμήθειες γεμίζουν τα τραπεζικά ταμεία (που μοιράζουν μερίσματα) και τους πολίτες να γονατίζουν από αυτές τις απίστευτες χρεώσεις. Φυσικά η κυβέρνηση ακόμα μια φορά δεν δείχνει να θέλει να κάνει κάποια κίνηση.
Πιο αναλυτικά, το α’ εξάμηνο του 2024 η Τράπεζα Πειραιώς κατέγραψε καθαρά κέρδη ύψους 563 εκατ. ευρώ, έναντι 300 εκατ. ευρώ το ίδιο διάστημα του 2023, με την απόδοση επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να διαμορφώνεται σε 18%.
Η Eurobank, από την πλευρά της, εμφάνισε κέρδη ύψους 721 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 5,4% σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2023, με τον δείκτη απόδοσης να ανέρχεται σε 18,5%, ενώ η Εθνική Τράπεζα ανακοίνωσε καθαρή κερδοφορία ύψους 670 εκατ. ευρώ (+26% σε ετήσια βάση) και τον αντίστοιχο δείκτη στο 18,1%.
Τέλος, η Alpha Bank εμφάνισε κέρδη ύψους 322,5 εκατ. ευρώ, από 302,6 εκατ. ευρώ το α’ εξάμηνο του 2023, με την ετήσια αύξηση να ξεπερνά το 6,5%.
Επιτοκιακά έσοδα
Σε υψηλά επίπεδα για ακόμα ένα τρίμηνο διατηρήθηκαν τα επιτοκιακά έσοδα των συστημικών ομίλων, με το συνολικό αποτέλεσμα του 6μήνου να ξεπερνά τα 4 δισ. ευρώ, γεγονός που επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις των αναλυτών ότι το συγκεκριμένο “κανάλι” θα εξακολουθήσει να αποδίδει… καρπούς και το 2024, ως απόρροια και της πιο αργής αποκλιμάκωσης των επιτοκίων.
Προς επίρρωση, έσοδα από τόκους ύψους 1,045 δισ. ευρώ εμφάνισε η Τράπεζα Πειραιώς, καταγράφοντας άνοδο 12% έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος, στηριζόμενα στα ελκυστικά spreads στο χαρτοφυλάκιο των χορηγήσεων και στο χαμηλό beta στις καταθέσεις. Ο δείκτης καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου διαμορφώθηκε στο 2,7%, ευθυγραμμισμένος με τον ετήσιο στόχο της τράπεζας.
Σε 1,132 δισ. ευρώ ανήλθαν τα επιτοκιακά έσοδα της Eurobank, ενισχυμένα κατά 8,6% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα των εσόδων από χορηγήσεις, των ομολόγων και των δραστηριοτήτων στο εξωτερικό. Το καθαρό περιθώριο επιτοκίου ενισχύθηκε σε ετήσια βάση κατά 20 μονάδες βάσης και ανήλθε σε 2,83%.
Επιτοκιακά κέρδη πέριξ του 1,2 δισ. ευρώ κατέγραψε το α’ εξάμηνο του 2024 η ΕΤΕ, απορροφώντας την πλήρη επίπτωση του κόστους αντιστάθμισης των καταθέσεων πελατών, τις υψηλότερες εκδόσεις MREL, καθώς και τα χαμηλότερα επιτόκια Euribor. Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε στις 323 μ.β., υπερβαίνοντας κατά πολύ τον στόχο για το 2024 (290 μ.β.).
Η Alpha Bank έκλεισε το πρώτο μισό του 2024 με έσοδα από τόκους ύψους 828,9 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 6,4% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα των υψηλότερων εσόδων χορηγήσεων και χρεογράφων.
Έσοδα από προμήθειες
Εξίσου δυνατά υπήρξαν και τα έσοδα από προμήθειες, με τις τράπεζες να εστιάζουν προς αυτή την κατεύθυνση, προκειμένου να “ισοφαρίσουν” τις όποιες απώλειες προκύψουν από την αποκλιμάκωση των επιτοκίων.
Ο συνολικός… απολογισμός για τις “4” βγάζει έσοδα ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ, σημαντικά ενισχυμένα σε ετήσια βάση.
Ειδικότερα, σε επίπεδα-ρεκόρ ανήλθαν τα έσοδα από προμήθειες της Τράπεζας Πειραιώς, φτάνοντας τα 324 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 44% σε σχέση με πριν από έναν χρόνο, λαμβάνοντας στήριξη από τα δάνεια, τις κάρτες, τις μεταφορές κεφαλαίων και το asset management. Σε 282 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκαν τα αντίστοιχα έσοδα για τη Eurobank (+4,7% σε ετήσια βάση), με τα νέα δάνεια να έχουν τη μεγαλύτερη συμβολή, ακολουθούμενα από τις συναλλαγές, τις πιστωτικές κάρτες και τις υπηρεσίες wealth management.
Σε σταθερά ανοδική τροχιά παρέμειναν τα καθαρά έσοδα από προμήθειες της ΕΤΕ, “αγγίζοντας” τα 205 εκατ. ευρώ το α’ εξάμηνο του 2024, αυξημένα κατά 15% σε σχέση με το ίδιο περυσινό διάστημα.Έσοδα από προμήθειες ύψους 196,9 εκατ. ευρώ –έναντι 173,1 εκατ. ευρώ πέρυσι– εμφάνισε το α’ εξάμηνο του 2024 η Alpha Bank, ως αποτέλεσμα της συνεχούς αύξησης των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων AUMs και της υψηλότερης συνεισφοράς των προμηθειών καρτών και πληρωμών λόγω αυξημένης δραστηριότητας.
Την ίδια στιγμή η ελληνική αγορά ηλεκτρισμού στις πρώτες δέκα ημέρες του Αυγούστου έχει πάρει «φωτιά» με τα νοικοκυριά να πληρώνουν τιμή ρεύματος στα 128,37 ευρώ/MWh, τιμή που ξεπερνά μόνον η Μάλτα με 133,76 ευρώ/MWh και η Αλβανία με 130,7 ευρώ/MWh.
Για να γίνει αντιληπτό το χάσμα που χωρίζει την ελληνική αγορά από εκείνες της κεντρικής Ευρώπης στο ίδιο διάστημα, η τιμή στη Γερμανία ήταν 83,59 ευρώ/MWh, στη Γαλλία που έχει και αυξημένη κατανάλωση λόγω Ολυμπιακών Αγώνων μόλις 46,88 ευρώ/MWh, στην Ισπανία 96,69 ευρώ/MWh και στο Βέλγιο 62,34 ευρώ/MWh.
Και βέβαια οι υψηλές τιμές στην ελληνική αγορά επηρεάζουν και τις τιμές λιανικής.
Η τιμή των 128,37 ευρώ/MWh, αν και είναι 5,2% χαμηλότερη από το μέσο όρο του Ιουλίου που ήταν στα 135,54 ευρώ/MWh, παραμένει υψηλότερη κατά 29,8% από τα 98,89 ευρώ/MWh που ήταν ο μέσος όρος του Ιουνίου.
Αξίζει να τονιστεί ότι οι τιμές στην χονδρεμπορική αγορά τις τελευταίες ημέρες κινούνται πάνω από τα 120 ευρώ/MWh φτάνοντας ακόμη και στα 143,65 ευρώ/MWh στις 5 Αυγούστου. Τις βραδινές ώρες οι τιμές κινούνται ακόμη υψηλότερα φτάνοντας μέχρι και τα 347 ευρώ/MWh στις 6 Αυγούστου.
Το σημαντικό πάντως είναι ότι η διεθνής αγορά προμηνύει συνέχιση των υψηλών τιμών στην ενέργεια εξαιτίας του νέου ράλι του φυσικού αερίου. Από την Πέμπτη και μετά η διεθνής τιμή του φυσικού αερίου έχει ξεπεράσει τα 40 ευρώ/MWh με τα προθεσμιακά συμβόλαια να κινούνται ακόμη υψηλότερα φτάνοντας τα 42,54 ευρώ/MWh για το Νοέμβριο και τα 43,38 ευρώ/MWh για τον Ιανουάριο.
Εάν η τάση αυτή συνεχιστεί και οι τιμές χονδρικής παραμείνουν κοντά στα 130 ευρώ/MWh τότε θα επηρεαστούν ανάλογα και οι τιμές λιανικής, δηλαδή το πιθανότερο σενάριο είναι να χρειαστεί να παραταθεί το μέτρο των επιδοτήσεων για έναν ακόμη μήνα.
Υπενθυμίζεται τέλος ότι παρά την επιδότηση που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, η μεγάλη πλειονότητα των καταναλωτών τον Αύγουστο θα κληθεί να πληρώσει αξιοσημείωτες αυξήσεις της τάξης του 9% σε σύγκριση με τον Ιούλιο (που επίσης ήταν υψηλά).