Του Νίκου Ιγγλέση
Ο Πρόεδρος Τραμπ «διέβη το Ρουβίκωνα» και κτύπησε τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. Αεροσκάφη B-2 Spirit βομβάρδισαν τα ιρανικά πυρηνικά κέντρα σε Φορντό, Νατάνζ και Ισφαχάν με 14 διατρητικές βόμβες GBU-57 (bunker-buster) βάρους 13,6 τόνων. Παράλληλα οι ίδιοι στόχοι κτυπήθηκαν από περίπου 30 πυραύλους Tomahawk που εκτοξεύτηκαν από υποβρύχια.
Τα κατηγορίας stealth B-2 ξεκίνησαν από τις ΗΠΑ και εφοδιάστηκαν αρκετές φορές εν πτήσει για να φτάσουν στο Ιράν και εν συνεχεία να επιστρέψουν στη βάση τους. Μία, ομολογουμένως, πολύ εντυπωσιακή επιχείρηση, που μόνο οι Αμερικανοί μπορούσαν να εκτελέσουν. Προσώρας είναι άγνωστο αν οι πυρηνικές εγκαταστάσεις καταστράφηκαν μερικώς ή ολικώς.
Το Ιράν, πλέον, βρίσκεται αντιμέτωπο με δύο από τις ισχυρότερες πολεμικές μηχανές στον κόσμο, την ισραηλινή και την αμερικανική. Οι γεωπολιτικοί σύμμαχοι της Τεχεράνης και ιδιαίτερα η Ρωσία και η Κίνα, περιορίστηκαν σε δηλώσεις καταδίκης της αμερικανικής επίθεσης, όπως πριν μια εβδομάδα είχαν κάνει για την ισραηλινή, αλλά, δεν μπορούν ή δε θέλουν, συγκρουόμενοι με τις ΗΠΑ, να βοηθήσουν επί του πεδίου το δοκιμαζόμενο Ιράν.
Η Ρωσία, εγκλωβισμένη στο αδιέξοδο του πολέμου στην Ουκρανία, προσδοκά την αμερικανική διαμεσολάβηση για κάποιας μορφής εκεχειρία και άρση των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί από τις χώρες της Δύσης. Η Κίνα ενδιαφέρεται πρωτίστως για το θέμα του περιορισμού των αμερικανικών δασμών, που θα της επιτρέψουν να συνεχίσει την οικονομική επέκτασή της.
Το Ιράν είναι μόνο του και η ηγεσία του πρέπει να έχει συνειδητοποιήσει ότι ο πόλεμος έχει χαθεί όσο κι αν «ματώσει» περαιτέρω τους αντιπάλους της. Το ερώτημα είναι γιατί η Ρωσία και η Κίνα, όλο τα προηγούμενα χρόνια, δεν εφοδίασαν το Ιράν με μαχητικά και ισχυρά αντιαεροπορικά συστήματα. Η ισραηλινή αεροπορία «κάνει πάρτι» κάθε βράδυ στον ιρανικό εναέριο χώρο και βομβαρδίζει κατά βούληση. Η Ρωσία προμηθεύτηκε μεγάλο αριθμό ιρανικών drones, που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στα πεδία της Ουκρανίας, αλλά δεν έδωσε τίποτα για να ενισχύσει αμυντικά την Τεχεράνη. Η Κίνα πούλησε μαχητικά με πυραύλους μακρού πλήγματος στο Πακιστάν, αλλά όχι στο Ιράν.
Η ηγεσία του Ιράν περιορίστηκε στην εγχώρια παραγωγή βαλλιστικών πυραύλων οι οποίοι διαπερνούν, σε σημαντικό ποσοστό, τούς πολλαπλούς θόλους της αεράμυνας του Ισραήλ και προκαλούν σημαντικές καταστροφές, αλλά, δεν μπορούν από μόνοι τους να κερδίσουν τον πόλεμο.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις θα συνεχιστούν, για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμη, αλλά το Ιράν δεν μπορεί να προσδοκά παρά σε μια συνθηκολόγηση με ευνοϊκότερους όρους. Το Ισραήλ και οι ΗΠΑ δεν ζητούν πλέον μόνο την κατάργηση του πυρηνικού προγράμματός του, αλλά και την κατάργηση του πυραυλικού του προγράμματος. Ζητούν, δηλαδή, τον ουσιαστικό αφοπλισμό του.
Προκειμένου η ηγεσία του Ιράν να επιτύχει κάποιους καλύτερους όρους συνθηκολόγησης, που θα αποτρέψουν την ανατροπή του σημερινού καθεστώτος, μπορεί να προβεί σε κάποιες απονενοημένες ενέργειες. Μία από αυτές θα ήταν το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ από τα οποία διέρχεται περίπου το 20% της παγκόσμιας διακίνησης υδρογονανθράκων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Μια τέτοια ενέργεια θα προκαλούσε διεθνή οικονομική κρίση με απρόβλεπτες συνέπειες, αλλά και τις αντιδράσεις πολλών χωρών μεταξύ των οποίων η Κίνα και η Ινδία που προμηθεύονται μεγάλο μέρος των αναγκών τους σε υδρογονάνθρακες από τις χώρες του Κόλπου.
Το Ιράν, όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, επιχείρησε να προβάλει ισχύ και να καταστεί ηγεμονική δύναμη στη Μέση Ανατολή βασιζόμενο στο φιλικό καθεστώς Άσαντ της Συρίας, στη Χεσμπολάχ του Λιβάνου, τη Χαμάς της Γάζας, τους Χούθι της Υεμένης και διάφορες σιιτικές πολιτοφυλακές σε Συρία και Ιράκ. Απέτυχε γιατί ήρθε σε σύγκρουση με πολύ ισχυρότερους δρώντες.
Ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν, μετά την ισραηλινή επίθεση κατά του Ιράν, ζήτησε από την πολεμική βιομηχανία της χώρας του να αυξήσει την παραγωγή πυραυλικών όπλων κάθε είδους. Στόχος του είναι η Τουρκία να επωφεληθεί της αποδυνάμωσης του Ιράν και να εμφανιστεί ως ο κύριος υπερασπιστής των μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής απέναντι στο Ισραήλ. Ας ελπίσουμε ότι μεσοπρόθεσμα η Άγκυρα θα έχει την τύχη της Τεχεράνης. Αυτό θα ήταν το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία πρέπει να έχει αντιληφθεί ότι ο αναγγελθείς «Θόλος του Αχιλλέα» όσο αποτελεσματικός κι αν είναι δεν μπορεί να προστατεύσει, παρά μόνο εν μέρει, τη χώρα μας από τους τουρκικούς βαλλιστικούς πυραύλους με τους οποίους εξοπλίζεται η γείτων εδώ και χρόνια.
Πηγή : www.ellinikiantistasi.gr