Η αγωνία που εκδηλώθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου για αναζήτηση διαύλων επικοινωνίας με τον Λευκό Οίκο μετά την εκλογική νίκη του Ντ. Τραμπ βρίσκεται σε πλήρη ύφεση.
Δεδομένου ότι, παρά τη συνεργασία με μεγάλη εταιρεία λόμπινγκ, δεν βρέθηκαν ασφαλείς προσβάσεις και αφού ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης συναντήθηκε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τον Αμερικανό ομόλογό του Μ. Ρούμπιο, κρίθηκε, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ότι ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης δεν πρέπει να είναι ο επισπεύδων για μια επίσκεψη στον Λευκό Οίκο.
Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους θεωρήθηκε υψηλού ρίσκου μια συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ μετά από προσπάθεια της ελληνικής πλευράς:
– Οι συναντήσεις που έχει κάνει μέχρι τώρα ο Αμερικανός πρόεδρος με ηγέτες χωρών με τους οποίους δεν έχει θετική προδιάθεση (όπως πχ με την πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζ. Μελόνι) δείχνουν ότι ο Ντ. Τραμπ μπορεί να είναι από προσβλητικός (όπως συνέβη με τον Ζελένσκι) μέχρι ωμός, όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Λόγω της ενεργού στήριξης της Ουκρανίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και της καλής συνεργασίας με τον προκάτοχό του Τζο Μπάιντεν, ο Ντ. Τραμπ δεν έχει κάποιο λόγο να είναι εκ προοιμίου καλόπιστος απέναντι στον Ελληνα πρωθυπουργό που δεν έχει, επίσης, λόγο να ρισκάρει το ενδεχόμενο να εκτεθεί on camera με έναν απρόβλεπτο συνομιλητή.
– Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επένδυσε στον Μπ. Νετανιάχου ως μεσολαβητή για τη διευκόλυνση της ελληνοαμερικανικής συνεννόησης. Πληρώνοντας το πολιτικό κόστος της στήριξης ενός κατηγορούμενου για εγκλήματα πολέμου, θεωρήθηκε, όπως όλα δείχνουν, ότι μια συμμαχία «με το διάβολο» θα αποδεικνυόταν, τελικά, επωφελής λόγω των ισχυρών δεσμών Ουάσιγκτον – Τελ Αβίβ. Αυτός ο υπολογισμός αποδεικνύεται επιπόλαιος. Ισραηλινά ΜΜΕ μετέδωσαν ότι η τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ – Νετανιάχου κατέληξε σε καβγά με σοβαρές διαφωνίες για την αντιμετώπιση του Ιράν. Απομονωμένος στο εσωτερικό της χώρας του και στο εξωτερικό ο Νετανιάχου, αν χάσει και τη στήριξη του Τραμπ, δεν θα μπορεί να σταθεί πουθενά. Σίγουρα, στην προσπάθειά του να διαπραγματευτεί με τον Αμερικανό πρόεδρο, το τελευταίο που τον ενδιαφέρει δεν μπορεί παρά να είναι τα ελληνοτουρκικά.
– Οι πληροφορίες ότι γίνεται προσπάθεια στην Ουάσιγκτον να αρθούν οι κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας ώστε να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των F 35 έχουν προκαλέσει ανησυχία στην Αθήνα. Εκκρεμεί μια επίσκεψη του Τούρκου προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν στις ΗΠΑ που, προφανώς, θα γίνει όταν οι συνθήκες θα είναι ώριμες για τις ανακοινώσεις που επιδιώκει η Αγκυρα. Μέχρι τότε η ελληνική διπλωματία δεν μπορεί να έχει εικόνα για το βάθος των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, με δεδομένη την καλή «χημεία» Τραμπ – Ερντογάν και την ραγδαία ενίσχυση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας λόγω του πρωταγωνιστικού ρόλου της στο συριακό. Εξάλλου, στο τέλος Ιουνίου, στη Χάγη, θα πραγματοποιηθεί Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ και εκεί δεν αποκλείεται να βρεθούν κοντά Τραμπ, Ερντογάν και Μητσοτάκης.
Τα πρόσωπα στα οποία βασίζεται η Αθήνα για τα ελληνοαμερικανικά είναι δύο:
– Ο Χρ.Μαραφάτσος, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος των «Ελληνοαμερικανών για τον Τραμπ» στις τρεις καμπάνιες για την προεδρία
– Ο Τζον Κατσιματίδης, Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας και Αντιπρόεδρος του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής, ο οποίος είναι χρηματοδότης και φίλος του Ντ. Τραμπ.