Ενημέρωση με ειδήσεις απο την τοπική και εθνική πολιτική σκηνή για την καλύτερη ενημέρωση και τις καλύτερες επιλογές!!!
«Τον έστειλαν σε αποστολή δολοφονίας και έφυγε άδικα», είπε σήμερα για πρώτη φορά η Μαρία Γιαλοψού, για το τι συνέβη πραγματικά στον αδελφό της Έκτορα Γιαλοψό, του ενός από τα τρία στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού που έχασαν τη ζωή τους στην κρίση των Ιμίων, τον Ιανουάριο του 1996, όταν το ελικόπτερο τους καταρρίφθηκε από τους Τούρκους (και ακόμα το ελληνικό κράτος μιλάει για τεχνική βλάβη).
«Όχι δεν ήταν τα μπουλόνια, η μάνα μου φώναζε από την αρχή ότι το ελικόπτερο το έριξαν», είπε η Μαρία Γιαλοψού.
Μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό ζήτησε να μαθευτεί επιτέλους η αλήθεια για την πτώση του ελικοπτέρου: «Τον έστειλαν σε αποστολή δολοφονίας και έφυγε άδικα».
«Ο άνθρωπος ορκίστηκε έδωσε όρκο στην πατρίδα του στη σημαία του, τον στείλανε σε μία αποστολή δολοφονίας να το πω έτσι».
Σε αυτό το σημείο ρωτήθηκε από τον δημοσιογράφο αν το έχουν παραδεχτεί επισήμως ή ανεπίσημα και της έχουν πει πίσω από τις κλειστές πόρτες και στα «πηγαδάκια» στο αυτί.
Η αδελφή του πεσόντα ήρωα έδωσε μία συγκλονιστική απάντηση:
Της είπαν «καλύτερα τρεις παρά χίλιοι τρεις»!
Δηλαδή όλοι ήξεραν ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε αλλά για να μην γίνει… πόλεμος… προτίμησαν να πουν ότι το ελικόπτρο απλώς έπεσε.
«Να μάθουμε επιτέλους επίσημα τον τρόπο με τον οποίο έπεσε (το ελικόπτερο) τη νύχτα των Ιμίων».
Η Μαρία Γιαλοψού αποκάλυψε επίσης ότι η ίδια και η οικογένειά της δεν ενημερώθηκαν υπηρεσιακά για την αποστολή του αδερφού της που κατέληξε στην ουσιαστική δολοφονία του από τους Τούρκους, αλλά έμαθαν τι είχε συμβεί επειδή, ήταν η οικογένειά της που έπαιρνε συνεχώς τηλέφωνο, μέχρι να ενημερωθεί.
«Προσπαθούσαμε να μάθουμε αλλά δεν μπορούσαμε να μάθουμε αλλά από και από συγγενείς αλλά και από γνωστούς μάθαμε μετά ότι ο Άκης μπορεί να ταν σε αυτό το ελικόπτερο αλλά, απ την υπηρεσία όχι δεν μας πήρανε τηλέφωνο. εμείς πήραμε τηλέφωνο. εμείς πήραμε γύρω στις 11:00 και μας είπαν ότι όντως επέβαινε σε αυτό το ελικόπτερο».
Σήμερα έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Πλοιάρχου ΠΝ Έκτορα Γιαλοψού στο Ίλιον παρουσία του ΥΕΘΑ Ν.Δένδια.
Καλό που τιμάται ο πεσόντας ήρωας αλλά ίσως θα πρέπει κάποια στιγμή η Πολιτεία να πει τι πραγματικά έγινε.
Υπενθυμίζεται ότι σαν σήμερα πριν από 29 χρόνια, αυτή τη μοιραία νύχτα, η Ελλάδα πρόσθεσε στο πάνθεον των ηρωικών της μορφών ακόμα τρεις άνδρες: Τα τρία μέλη του πληρώματος του ελικοπτέρου, δηλαδή τον κυβερνήτη Υποπλοίαρχο Χριστόδουλο Καραθανάση, τον συγκυβερνήτη Υποπλοίαρχο Παναγιώτη Βλαχάκο και τον χειριστή ραντάρ Αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψό.
Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με ανάρτησή του στο Χ για την επέτειο των Ιμίων, αναφέρθηκε στους πεσόντες ήρωες του Πολεμικού Ναυτικού.
«Χριστόδουλος Καραθανάσης, Παναγιώτης Βλαχάκος, Έκτορας Γιαλοψός. Τρεις φάροι ελευθερίας, που θα φωτίζουν για πάντα τα γαλάζια νερά και νησιά του Αιγαίου», έγραψε ο πρωθυπουργός στην ανάρτησή του στο Χ.
Υπενθυμίζεται πως συμπληρώνονται 29 χρόνια από τη μεγάλη κρίση στα Ίμια, τον Ιανουάριο του 1996, η οποία στοίχισε τη ζωή σε τρία στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού, τον Χριστόδουλο Καραθανάση, Παναγιώτη Βλαχάκο και Έκτορα Γιαλοψό.
Τις κρίσιμες πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου 1996, η Ελλάδα και η Τουρκία βρέθηκαν ελάχιστα πριν από τη σύγκρουση. Λάθος χειρισμός, παρεξήγηση ή, τέλος, μια βεβιασμένη απόφαση για βίαιη ενέργεια θα μπορούσαν να φέρουν την ανάφλεξη.
Ταυτόχρονα, δείχθηκε με τον πιο οδυνηρό τρόπο στην ελληνική κοινωνία ότι η προσπάθεια να διατηρήσεις ένα κράτος ψευδαισθήσεων είναι απέλπιδη και ότι, όταν έρθει η στιγμή της αλήθειας, αυτό θα καταρρεύσει.
Αυτή η στιγμή για όλο το ελληνικό πολιτικό σύστημα έφθασε με τη νύχτα των Ιμίων. Τα τραγικά γεγονότα κατέδειξαν με τον πιο οδυνηρό τρόπο την έλλειψη πολιτικής ηγεσίας.
Για το ελληνικό στρατιωτικό κατεστημένο δε το πρόσωπο του πολέμου πήρε τη σύγχρονη μορφή του και «γέλασε» με τις προβλέψεις των στρατηγών.
Δυστυχώς, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις εκείνη τη νύχτα υπέστησαν μια ήττα χωρίς να δοκιμαστούν ποτέ στη μάχη. Και αυτό κάνει την αξία της ήττας ακόμη μεγαλύτερη, τόσο για εμάς όσο και για τους εχθρούς μας.
Για τους ιστορικούς, τα γεγονότα παραμένουν αναλλοίωτα, όμως για τους ρομαντικούς και τους θεωρητικούς ανακυκλώνεται συνεχώς το ερώτημα:
Τι θα γινόταν εκείνο το βράδυ αν τα ελληνικά σκάφη άνοιγαν πυρ;
»Τετάρτη, 31 Ιανουαρίου 1996
Στις 04.50 π.μ. η φρεγάτα ΝΑΒΑΡΙΝΟ F461 αναφέρει ότι το ελικόπτερο AB-212ASW ΠΝ21 εντόπισε άτομα πάνω στη δυτική Ίμια και ότι πρόκειται για 10 περίπου Τούρκους καταδρομείς. Αμέσως μετά την επιβεβαίωση της παρουσίας Τούρκων στη νησίδα, ο Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχος Λυμπέρης εισηγήθηκε τρεις λύσεις στην πολιτική ηγεσία της χώρας.
Η πρώτη λύση αφορούσε τον άμεσο ναυτικό βομβαρδισμό της νησίδας, η δεύτερη προέβλεπε την προσβολή της από αέρος με το πρώτο φως, και η τρίτη την ανάληψη επιχείρησης ανακατάληψης με καταδρομείς. Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης τού ζήτησε να εκκενωθεί το εθνικό έδαφος με τον προσφορότερο τρόπο… Οι ελληνικές δυνάμεις διατάσσονται να αποκαταστήσουν τη συνέχεια της εθνικής κυριαρχίας.
Στην επίμαχη περιοχή, το Πολεμικό Ναυτικό έχει αναπτύξει δύο μεγάλες μονάδες, τρία ταχέα περιπολικά κατευθυνόμενων βλημάτων (πυραυλάκατοι) και δύο κανονιοφόρους.
Συγκεκριμένα, η φρεγάτα ΝΑΒΑΡΙΝΟ F461 βρισκόταν βορείως των Ιμίων. Το αντιτορπιλικό ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ D221 βρισκόταν νότια των νησίδων.
Οι τρεις πυραυλάκατοι είχαν από νωρίς λάβει θέσεις βολής, αγκιστρωμένες ως εξής: ο ΣΤΑΡΑΚΗΣ P29 στην Κάλυμνο, ο ΜΥΚΟΝΙΟΣ P22 βόρεια της Κω στη νησίδα Ψέριμο και ο ΞΕΝΟΣ P27 στη νησίδα Καλόλιμνο, πολύ κοντά στο επίκεντρο της κρίσης. Σε συνεχή κίνηση γύρω από τις νησίδες βρίσκονταν οι κανονιοφόροι ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ P57 και ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ P61.
Οι τρεις πυραυλάκατοι φέρουν 16 συνολικά κατευθυνόμενα βλήματα επιφανείας-επιφανείας. Αναλυτικά, η πυραυλάκατος ΜΥΚΟΝΙΟΣ τύπου Combattante III («Λάσκος»), φέρει 4 βλήματα ΜΜ38 Exocet, ενώ οι άλλες δύο πυραυλάκατοι τύπου Combattante IIIΒ («Καβαλούδης») φέρουν 6 βλήματα Penguin.
Το αντιτορπιλικό ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ D221 τύπου Charles F. Adams φέρει 8 κατευθυνόμενα βλήματα Harpoon και 32 αντιαεροπορικά βλήματα Standard SM-1MR (τα οποία σε βολές του Πολεμικού Ναυτικού είχαν αποδείξει την υψηλή αποτελεσματικότητά τους κατά στόχων επιφανείας), η δε φρεγάτα ΝΑΒΑΡΙΝΟ F461 τύπου Standard φέρει και αυτή 8 RGM-84 Harpoon.
Από τουρκικής πλευράς στην περιοχή βρίσκεται η φρεγάτα YAVUZ F240 τύπου ΜΕΚΟ-200 Track 1 και δύο φρεγάτες τύπου Knox, η TRAKYA F254 και η EGE F256. Έχουν αναπτυχθεί επίσης δύο πυραυλάκατοι τύπου Dogan, οι GOURBET P346 και FIRTINA P347, με μάλλον 4 βλήματα Harpoon η καθεμιά.
Τα πλοία του συγκεκριμένου τύπου με εγνωσμένο πρόβλημα στους φορείς των Harpoon σπανίως φέρουν τα 8 προβλεπόμενα βλήματα και συνήθως φέρουν μόνο 2 από αυτά. Κάθε φρεγάτα Knox φέρει 8 Harpoon και τον ίδιο αριθμό φέρει και η YAVUZ.
H σύγκριση του αριθμού των βλημάτων είχε ως εξής:
– Ελλάδα, 64 βλήματα.
– Τουρκία, 32 ή 28 βλήματα.
Η ελληνική πλευρά έχει βάσιμα εκτιμήσει ότι μία τουλάχιστον πυραυλάκατος παραμένει ανεντόπιστη από το τουρκικό Ναυτικό και συνεπώς αυτή θα μπορούσε να αρχίσει πρώτη αιφνιδιαστικά τις πυραυλικές επιθέσεις. Την έναρξη των πυρών της πρώτης πυραυλακάτου θα ακολουθήσουν μαζικά και τα υπόλοιπα τέσσερα σκάφη.
Από πλευράς αντιπυραυλικών συστημάτων, η YAVUZ φέρει τρία συστήματα Sea Zenith, ούσα ένα από τα πληρέστερα προστατευμένα κατά επιθέσεων κατευθυνόμενων βλημάτων πλοία στον κόσμο. Αντίστοιχα, η ΝΑΒΑΡΙΝΟ όσο και οι δύο τουρκικές Knox φέρουν μόλις ένα αντιπυραυλικό σύστημα τύπου Phalanx.
Συνεπώς οι φρεγάτες Knox κατά πάσα πιθανότητα θα καταστρέφονταν σύντομα αφού το σύστημα αυτοπροστασίας τους θα είχε κορεστεί κατά τη διάρκεια μαζικής πυραυλικής προσβολής. Αντίθετα, η YAVUZ θα αντιμετώπιζε με επάρκεια τις πυραυλικές προσβολές, εκτός αν αυτές ελάμβαναν πλέον ρυθμό καταιγισμού.
Στο κεντρικό Αιγαίο παίζεται ένα παρόμοιο παιχνίδι. Από ελληνικής πλευράς, είχαν ήδη αναπτυχθεί τρεις φρεγάτες και ένα αντιτορπιλικό ανατολικά της Τήνου, ενώ τέσσερις πυραυλάκατοι έχουν πάρει θέσεις βολής στην ευρύτερη περιοχή της νήσου Χίου.
Οι τελευταίες έχουν στοχοποιήσει το σύνολο του τουρκικού Στόλου που βρίσκεται σε κίνηση προς νότο. Συγκεκριμένα, δύο φρεγάτες, οι TURGUT REIS F241 τύπου MEKO-200 Track I και AKDENIZ F278 τύπου Knox και δύο αντιτορπιλικά συνοδείας, τα YUCETEPE D345 τύπου FRAM και PIYALE PASA D350 τύπου FRAM, βρίσκονται στο ύψος της Ικαρίας, ενώ δύο τουλάχιστον πυραυλάκατοι κινούνται νότια, βρισκόμενες μεταξύ Λέσβου και μικρασιατικών ακτών.
Συνεπώς, τοπικά και χρονικά οι ελληνικές ναυτικές δυνάμεις διαθέτουν υπεροχή και είναι έτοιμες για την προσβολή του αντιπάλου. Οι πυραυλάκατοι δίνουν το κρίσιμο πλεονέκτημα, έτοιμες ήδη σε θέσεις βολής.
Από την αναφορά των ναυτικών δυνάμεων, είναι προφανές ότι οι ελληνικές δυνάμεις διαθέτουν πλεονέκτημα.
Συνεπώς, πρέπει να θεωρηθεί πολύ πιθανό οι Τούρκοι να χάσουν επτά μονάδες στην περιοχή των Ιμίων έναντι δύο έως τριών ελληνικών, μία πολύ συντηρητική εκτίμηση σύμφωνα με προσομοίωση του Πολεμικού Ναυτικού.
Η κατάσταση θα εξελισσόταν πολύ χειρότερα γι’ αυτούς στο κεντρικό Αιγαίο. Οι απώλειες θα μπορούσαν να ανέλθουν σε έξι τουρκικές ναυτικές μονάδες έναντι δύο ελληνικών.
Η άγνωστη παράμετρος παραμένει η επέμβαση της τουρκικής Αεροπορίας. Τη δεδομένη περίοδο δεν διαθέτει εξελιγμένα κατευθυνόμενα όπλα που είναι αποτελεσματικά κατά πλοίων από ασφαλή απόσταση.
Συνεπώς, η όποια αποστολή για να εξισορροπήσει τις απώλειες του τουρκικού Ναυτικού θα επιχειρείτο μάλλον με το πρώτο φως (περί τις 06.30) και θα αφορούσε προφανώς μαζικές προσβολές με κοινές βόμβες διαφόρων μεγεθών, στην καλύτερη περίπτωση εξοπλισμένες με συλλογές καθοδήγησης laser.
Τις μαζικές αυτές τουρκικές επιθέσεις κατά των ελληνικών μονάδων θα επιχειρούσε να τις «ακυρώσει» η Πολεμική Αεροπορία. Η προσπάθειά της όμως μάλλον θα γινόταν από μειονεκτική θέση για δύο λόγους.
Η χρήση του προηγμένου βλήματος αέρος-αέρος AIM-120 AMRAAM, που αξιοποιούσε η αντίπαλη Αεροπορία, θα έπαιζε καταλυτικό ρόλο υπέρ των γειτόνων μας, αφού εκείνη την περίοδο μόνο η τουρκική Αεροπορία τους διαθέτει.
Αυτό ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι η τουρκική Αεροπορία (THK) θα είχε προλάβει να εκπαιδεύσει τα πληρώματα των F-16 στη χρήση τους. Επιπροσθέτως, η διαμόρφωση του τουρκικού μαχητικού, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν ήταν ιδιαίτερα «φιλική» προς το χρήστη, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται περαιτέρω η εκπαίδευση.
Ωστόσο, η σύγκριση των αριθμών των αεροσκαφών 3ης γενιάς ήταν συντριπτική υπέρ των γειτόνων.
Όμως, το δεύτερο πλεονέκτημα απαιτούσε διάρκεια χρόνου για να αναδειχθεί. Βάσιμη είναι η εκτίμηση ότι απαιτούνταν περίπου 24 ώρες προκειμένου η Πολεμική Αεροπορία να αρχίσει να «στεγνώνει» από αεροσκάφη τρίτης γενιάς εξαιτίας των αυξημένων απωλειών και της σταδιακά μειούμενης διαθεσιμότητας λόγω κόπωσης πληρωμάτων και εμφάνισης βλαβών στα αεροσκάφη.
Επίσης, θα πρέπει να συνυπολογισθεί η ετοιμότητα της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας να προβεί σε επιθετική ενέργεια εναντίον τουρκικών στόχων πριν το ξημέρωμα, σε περίπτωση που η κατάσταση κλιμακωνόταν σε στρατιωτική σύγκρουση.
Η ετοιμότητα σε αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας ήταν σημαντικά καλύτερη από την αντίστοιχη της τουρκικής, ένας παράγοντας που αναπόφευκτα επιτείνει τη σύγχυση σχετικά με το ποια πλευρά θα επικρατούσε σε περίπτωση σύγκρουσης.
Κρίσιμη παράμετρος για τις αεροπορικές απώλειες θα αποτελούσε η παρέμβαση του ξένου παράγοντα. Αν οι ΗΠΑ δρούσαν αποτελεσματικά και περιόριζαν τη σύγκρουση σε λίγες ώρες, τότε η τουρκική Αεροπορία ίσως ολοκλήρωνε τις επιχειρήσεις της με πλεονέκτημα καταρρίψεων, υπό την προϋπόθεση ότι το προληπτικό πλήγμα της Πολεμικής Αεροπορίας θα είχε περιορισμένα αποτελέσματα. Στην όλη «εξίσωση» θα πρέπει να προστεθεί και ο παράγοντας «ηθικό», ο οποίος πιθανόν να έδινε ένα πλεονέκτημα στην ελληνική πλευρά.
Η εικόνα που έχουμε διαμορφώσει μετά από συνομιλίες με πολλούς αξιωματικούς, οι οποίοι βρίσκονταν είτε στη διοίκηση επιχειρησιακών μονάδων είτε με ιπταμένους που βρισκόντουσαν στο πιλοτήριο αναμένοντας σήμα για απογείωση, είναι ότι το ηθικό της Πολεμικής Αεροπορίας ήταν υψηλότατο και η πεποίθηση καταστροφής του εχθρού κοινή.
Εξ ου και η απογοήτευση που επικράτησε μετά το πέρας της κρίσης… Ο αμυνόμενος που αντιμετωπίζει την αμφισβήτηση του εδάφους της χώρας του διαθέτει ισχύ και είναι καλά εκπαιδευμένος, συνήθως πλεονεκτεί σε επίπεδο ψυχολογίας του επιτιθέμενου αντιπάλου.
Άγνωστη παράμετρος είναι επίσης η αποτελεσματικότητα του αντιαεροπορικού συστήματος μέσου βεληνεκούς των ελληνικών αντιτορπιλικών C.F. Adams. Θεωρητικά, τα βλήματα Standard των αντιτορπιλικών μπορούσαν να εμπλέξουν εχθρικό αεροσκάφος από την απόσταση των 30-40 χιλιομέτρων. Συνεπώς, η συνεχής και αξιόπιστη λειτουργία του συστήματος θα αύξανε τις απώλειες τουρκικών αεροσκαφών, εφόσον η τουρκική Πολεμική Αεροπορία επέμενε στις προσβολές τους κατά πλοίων.
Χερσαίες επιχειρήσεις με τόσο περιορισμένα χρονικά περιθώρια δεν θα μπορούσαν να διεξαχθούν. Απλά, μόνο κινήσεις μονάδων προς τη μεθόριο, πολεμικές προετοιμασίες και επιστράτευση τοπικών εφεδρειών.
Το μέγιστο που θα μπορούσε να συμβεί από πλευράς χερσαίων δυνάμεων θα ήταν το εκατέρωθεν μπαράζ πυροβολικού κατά στόχων επιχειρησιακού ενδιαφέροντος.
Κάνοντας μια συνολική αποτίμηση του υποθετικού σεναρίου, δεν μπορεί να μη διαπιστώσει κάποιος ότι, αν και η χώρα μας στις αρχές της δεκαετίας του ’90 κατέβαλε υψηλά ποσά προμηθευόμενη 40 αεροσκάφη F-16 Block 50, 5 ελικόπτερα ναυτικής συνεργασίας S-70B6 Aegean Hawk και 20 επιθετικά ελικόπτερα AH-64A Apache, αυτά τα μέσα δεν ήταν κατά βάση επιχειρησιακά διαθέσιμα όταν τα χρειάστηκε. Τα 5 Aegean Hawk εξοπλισμένα με πυραύλους Penguin θα μπορούσαν και θα έπρεπε να έχουν συντριπτική επίδραση στις πιθανές ναυτικές επιχειρήσεις.
Αποτελούν ουσιαστικά πολλαπλασιαστές ισχύος που η χώρα αποστερήθηκε. Αιτίες μη συμμετοχής τους στην υποθετική σύρραξη αποτελούν η διάθεση της φρεγάτας ΥΔΡΑ F452 στις ΝΑΤΟϊκές επιχειρήσεις στην Αδριατική, το προβληματικό καθεστώς ιδιοκτησίας των ναυπηγείων Σκαραμαγκά και η εργασιακή αναταραχή σ’ αυτά.
Τα δύο τελευταία «έσπρωξαν» σημαντικά προς τα πίσω το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων των φρεγατών ΜΕΚΟ-200HN που μπορούσαν να φέρουν τα ελικόπτερα Aegean Hawk ως οργανικά τους μέσα. Κάτι ανάλογο συνέβαινε με τα F-16 Block 50.
Η κυβερνητική απραξία κατά τα έτη 1989-1990 είχε ως αποτέλεσμα να καθυστερήσει η παραγγελία των απολύτως επιχειρησιακά αναγκαίων πρόσθετων αεροσκαφών F-16. Έτσι, δεν καλύφθηκε έγκαιρα το μεγάλο επιχειρησιακό κενό στους αριθμούς των διαθέσιμων αεροσκαφών τρίτης γενιάς, όταν η τουρκική Αεροπορία, σωστά κινούμενη, ολοκλήρωνε το πρόγραμμα των 160 πρώτων αεροσκαφών F-16 και δρομολογούσε ένα δεύτερο για 80 επιπλέον αεροσκάφη.
Μια πιθανή σύρραξη εκείνο το βράδυ δεν θα είχε αποτέλεσμα μόνο σε επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο. Θα είχε σίγουρα και σε πολιτικό επίπεδο.
Οι μεγάλες απώλειες, ιδίως ναυτικών μονάδων, από πλευράς Τουρκίας θα δημιουργούσαν φαινόμενα ντόμινο σε επίπεδο πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.
Το «βαθύ κράτος», που βασίζεται περισσότερο στον εντυπωσιασμό και στον επηρεασμό των αντιπάλων του από το φόβο του πολέμου και όχι με τη χρήση των Ενόπλων Δυνάμεών του αυτών καθαυτών (χρησιμοποιεί το δόγμα «Win by fright not by fight»), θα τρωνόταν σημαντικά και θα προσπαθούσε στη συνέχεια να διαχειριστεί τις περαιτέρω εσωτερικές συνέπειες. Όλες οι εθνότητες που κατοικούν στην Τουρκία και που τους ενώνει η σκληρή πολιτική του κεμαλικού κατεστημένου θα καταλάβαιναν ότι η ανίκητη δύναμη αυτή δεν αποτελεί το φόβητρο της Μεσογείου.
Ταυτόχρονα, όλοι οι γείτονες της χώρας μας θα έπαιρναν με τον καλύτερο τρόπο το μάθημα ότι η χώρα δεν είναι διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις σε βασικά ζητήματα της εξωτερικής της πολιτικής και στα εθνικά της θέματα και είναι αποφασισμένη να τα υπερασπίσει ακόμα και με πόλεμο.
Πιθανότατα, θα ήταν άλλη και η συμπεριφορά των βορείων γειτόνων μας (Αλβανία, Σκόπια και Βουλγαρία) σε σχέση με τα εθνικά ζητήματα που χρονίζουν παραμένοντας άλυτα, το Βορειοηπειρωτικό και το Μακεδονικό…
Τη μεγαλύτερη όμως και ουσιαστικότερη εντύπωση θα αποτύπωνε η Ελλάδα στη σκέψη των διαμορφωτών της εξωτερικής και της αμυντικής πολιτικής της υπερδύναμης.
Η προθυμία σύγκρουσης για την υπεράσπιση όσων η χώρα θεωρεί «εθνικά δίκαια» θα έδινε την εικόνα σοβαρής χώρας στις Ηνωμένες Πολιτείες και την πεποίθηση ότι θα πρέπει εις το εξής να υπολογίζουν με διαφορετικό τρόπο τον ελληνικό παράγοντα, καθώς θα έχει αποδείξει ότι είναι σε θέση να ανοίξει «τις πόρτες του φρενοκομείου», κάτι που θα διακυβεύσει τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή.
Η Ελλάδα θα είχε την ευκαιρία να αναδειχθεί σταδιακά σε ηγετική δύναμη στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, έχοντας υποβαθμίσει αρκετά το γόητρο της Τουρκίας, κάτι που θα επαναπροσδιόριζε την ευαίσθητη γεωστρατηγική ισορροπία στην περιοχή.
Θα διεκδικούσε εν ολίγοις τη μεγαλύτερη προσοχή της υπερδύναμης, με ευεργετικές επιπτώσεις στην προβολή των εθνικών της θεμάτων.
Ποιες θα ήταν οι παράμετροι που θα καθόριζαν το πολιτικό σκηνικό της δυναμικής επίλυσης της κρίσης;
Η ανάλυση του συγκεκριμένου ερωτήματος βασίζεται εν μέρει στην παραδοχή ότι η άμεση διακοπή των εχθροπραξιών θα αποτελούσε το λογικό συμφέρον, τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τους δύο αυτούς πυλώνες ισχύος του διεθνούς συστήματος, κυρίως τον πρώτο, θεωρούμε ως τους πραγματικούς ρυθμιστικούς παράγοντες της σύγκρουσης.
Η εμπλοκή του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) θα μπορούσε να θεωρηθεί νομοτελειακά βέβαιη, ωστόσο η πραγματική παρεμβατική δυνατότητα θα προέκυπτε από τη βούληση κυρίως των ΗΠΑ και δευτερευόντως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς όμως να θεωρείται δεδομένη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για να μην αποσταθεροποιηθεί μακροπρόθεσμα η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και να μη συγκρουστούν δύο θεωρούμενοι ως στενοί σύμμαχοί τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα επιθυμούσε επίσης τη ραγδαία αποκλιμάκωση, για να μη διαταραχθεί η πολιτική της σε ένα γεωπολιτικό σταυροδρόμι που οδηγεί στη Μέση Ανατολή, για το οποίο καταβάλλει προσπάθειες αξιοποίησης, και για να μην ανατραπούν οι σχεδιασμοί για την οικονομική τουλάχιστον εκμετάλλευση της τουρκικής αγοράς. Η Ε.Ε. ωστόσο θα δυσκολευόταν να διαμορφώσει κοινή στάση ανάμεσα στα μέλη της, παρά την υποχρέωση επίδειξης αλληλεγγύης στο κράτος-μέλος (Ελλάδα).
Οι διμερείς σχέσεις χωρών-μελών της Ένωσης με την Τουρκία και τα επιμέρους συμφέροντα είναι πιθανό να έθεταν προσκόμματα στην προσπάθεια της Ε.Ε. να αρθρώσει ενιαίο, αποτελεσματικό και παρεμβατικό στην κρίση λόγο.
Κατά συνέπεια, αμφότερες οι δυνάμεις θα επεδίωκαν την άμεση κατάπαυση του πυρός. Η πιθανότητα να μην παρενέβαιναν και να άφηναν τις εκατέρωθεν Ένοπλες Δυνάμεις να συγκρουσθούν, μέχρις ότου οι δύο αντίπαλοι –με την πρωτοβουλία του ενός ή του άλλου– βρουν έναν τρόπο απεμπλοκής, είναι σχεδόν μηδενική.
Οι ΗΠΑ παγίως επιδιώκουν να φέρουν τα όποια εμπλεκόμενα μέρη στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων.
Ο λόγος είναι απλός. Ειδικά στην περίπτωση των Ελληνοτουρκικών, η υπερδύναμη δεν έχει κανένα συμφέρον να πάρει εμφανώς το μέρος του ενός ή του άλλου, δεδομένου ότι αμφότεροι αποτελούν «στρατηγικούς συμμάχους» σε μια κρίσιμη γεωπολιτικά περιοχή, πέραν της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ.
Η στάση όμως αυτή αποτελεί τη μεγαλύτερη «παγίδα» για την ελληνική διπλωματία. Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν είναι αναθεωρητικό κράτος, αλλά τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ του status quo, η τήρηση ίσων αποστάσεων (της «μέσης γραμμής» με πιο απλά λόγια) ευνοεί την Τουρκία η οποία, έχοντας υπόψη την πάγια αμερικανική πολιτική, γνωρίζει ότι, όσο κλιμακώνει την πίεση και τις διεκδικήσεις της απέναντι στην Ελλάδα, «ολισθαίνει» την αμερικανική στάση συνεχώς προς όφελός της.
Αυτό ακριβώς το σημείο οφείλει να τονίζει σε όλους τους τόνους η ελληνική διπλωματία, καθότι η συγκεκριμένη πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών είναι, έστω αθέλητα, έντονα αποσταθεροποιητική. Αυτό σημαίνει ότι επί της ουσίας παράγει διαφορετικά αποτελέσματα από αυτά που διακηρύσσει επισήμως ότι επιδιώκει.
Έστω λοιπόν ότι ξεσπούσε σύγκρουση ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Απλουστευτικές εικασίες του τύπου «θα μπλόκαραν με ηλεκτρονικά μέσα τα οπλικά συστήματα των δύο μερών» δεν μπορούν να γίνουν εύκολα αποδεκτές.
Σε μια τέτοια περίπτωση, θα διακινδύνευαν να λάβει η σύγκρουση ανεξέλεγκτες διαστάσεις: αν οι δύο πλευρές δεν μπορούν να επιφέρουν πλήγμα-κόστος στον αντίπαλο εξαιτίας αυτού του λόγου, είναι πιθανό να οδηγηθούν στην απόφαση χρήσης όπλων εναντίον στόχων που βρίσκονται σε κατοικημένες περιοχές, με αποτέλεσμα να αυξηθεί δραματικά ο κίνδυνος να προκύψει μεγάλος αριθμός θυμάτων στις τάξεις του άμαχου πληθυσμού.
Σε περίπτωση που η αμερικανική πλευρά επιλέξει να «μεροληπτήσει» υπέρ μίας εκ των δύο πλευρών της κρίσης, ο εν λόγω κίνδυνος θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, καθώς αυτός που θα διαπιστώσει ότι μειονεκτεί δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να πλήξει αστικά κέντρα, σε μια προσπάθεια να επιβάλει κόστος στον αντίπαλό του, δημιουργώντας του κίνητρο-επιθυμία απεμπλοκής.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, άπαντες θα επεδίωκαν να φέρουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τις δύο πλευρές, έστω υπό την υψηλή εποπτεία των «μεγάλων δυνάμεων». Η χρονική στιγμή που θα το κατόρθωναν θα είχε τη δική της ειδική σημασία.
Η κατάσταση που θα είχε δημιουργηθεί από τη σύγκρουση θα προσδιόριζε και τις δυνατότητες πίεσης που θα είχε η Τουρκία και τις δυνατότητες αντίστασης της ελληνικής πλευράς στην κατοχύρωση της όποιας αλλαγής στο status quo.
Εάν σε στρατιωτικό επίπεδο υπήρχε σχετική ισορροπία ή οριακές αλλαγές, η αναζήτηση διπλωματικού συμβιβασμού που θα οδηγούσε στο τέλος της σύγκρουσης, υπό την αιγίδα πάντα των ΗΠΑ και της Ε.Ε., θα ήταν πολύ ευκολότερη.
Η συγκεκριμένη λογική δεν θα ίσχυε σε περίπτωση που υπήρχε τετελεσμένο, όπως, για παράδειγμα, η κατάληψη ελληνικού εδάφους. Η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να δεχθεί να καθίσει στο τραπέζι, καθότι το σύνηθες αποτέλεσμα θα ήταν η κατοχύρωση του τετελεσμένου.
Με απλά λόγια, σε περίπτωση στρατιωτικής σύγκρουσης, το παρόμοιο λάθος που διέπραξε η Ελλάδα στην περίπτωση της «ειρηνικής» απεμπλοκής θα μπορούσε δυνητικά να έχει πολύ σοβαρότερες συνέπειες. Συνυπολογίζοντας όμως τη «μεγάλη εικόνα» της κατάστασης, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι λίγο διαφορετικά.
Η Ελλάδα θα είχε αποδείξει ότι δεν διστάζει να εμπλακεί ακόμα και στρατιωτικά για την προστασία των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, κάτι που θα μπορούσε θεωρητικά να εξισορροπήσει την κατάσταση. Εξ ου και η θέση-επιχείρημα ότι «ορισμένες φορές είναι πιο συμφέρον να συγκρουστείς στρατιωτικά, ακόμη κι αν ηττηθείς».
Η έννοια του «νικητή» και του «ηττημένου» στην περίπτωση ελληνοτουρκικής στρατιωτικής αναμέτρησης θα είχε πιθανότατα πολύ σχετικό περιεχόμενο και ο ασφαλής ορισμός της θα ήταν εξαιρετικά δυσχερής.
Η Ελλάδα, επιδεικνύοντας μια τέτοια στάση, θα μπορούσε να έχει επιτύχει να «αγοράσει» μια μακρά περίοδο σταθερότητας στο ελληνοτουρκικό σύστημα, καθώς ο αντίπαλος θα γνώριζε ότι η ελληνική πλευρά πιθανότατα δεν θα διστάσει να επαναλάβει αυτή τη συμπεριφορά. Κατά συνέπεια, θα ήταν εύλογο να αναμένουμε ότι θα επιδείκνυε μεγαλύτερη σωφροσύνη.
Το μήνυμα αυτό δεν θα το είχε εισπράξει αποκλειστικά η πολιτικοστρατιωτική τουρκική ηγεσία, αλλά και η τουρκική κοινωνία, χωρίς να αποκλείεται και ο «τραυματισμός» του κύρους των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει στην αναζήτηση από μέρους των Τούρκων στρατηγών ευκαιρίας για την επίτευξη «ανέξοδης νίκης» απέναντι στην Ελλάδα, για τη μερική έστω αντιστροφή αυτής της εικόνας, κάτι που θα λειτουργούσε ιδιαιτέρως αποσταθεροποιητικά.
Το γόητρο των Ενόπλων Δυνάμεων και ο μύθος του «αήττητου τουρκικού στρατεύματος» θα είχαν υποστεί σοβαρό πλήγμα, με συνέπειες για το εσωτερικό της χώρας, τις οποίες δεν μπορεί κανείς εύκολα να εκτιμήσει.
Η συνεχής πάντως υποχωρητικότητα με το πρόσχημα –ή την πραγματική πεποίθηση– ότι υπηρετεί την ειρήνη, είναι πιθανό να οδηγήσει στην αποθράσυνση του αντιπάλου και στην παραγωγή των ακριβώς αντίθετων αποτελεσμάτων.
Το πρόβλημα που θα μπορούσε να είχε προκύψει είναι το να είχε τεθεί η Ελλάδα «υπό επιτήρηση», ενώ παράλληλα θα πειθαναγκαζόταν να σπεύσει με κάποιο τρόπο να διευθετήσει τις «διαφορές» της με την Τουρκία.
Αυτό ενδεχομένως θα αποτελούσε επιτυχία για την τουρκική πλευρά, καθώς είναι η μόνη που θέτει συνεχώς ζητήματα, μετακινώντας διαρκώς τη «μέση οδό», (που συνήθως αναζητούν οι όποιοι διεθνείς μεσολαβητές) προς την πλευρά της.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να «οχυρωθεί» πίσω από συγκεκριμένες θέσεις, τις οποίες θα επεδίωκε να εξηγήσει με την επιθετική δραστηριοποίηση της διπλωματίας της, επιδιώκοντας, έστω με καθυστέρηση, την εξεύρεση συμμάχων για να αναστρέψει τη δυσμενή αυτή κατάσταση. Οι συνέπειες θα άγγιζαν και την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας.
Ίσως να αντιμετώπιζε ένα ιδιότυπο περιστασιακό εμπάργκο στην προμήθεια προηγμένων οπλικών συστημάτων, το οποίο θεωρητικά η χώρα μας ίσως επιχειρούσε να αψηφήσει με εναλλακτικές εξοπλιστικές αγορές, κατά προτίμηση ευρωπαϊκές, έναντι συγκεκριμένων πολιτικών-διπλωματικών ανταλλαγμάτων.
Η ρωσική εξοπλιστική αγορά θα αποτελούσε μία ακόμη επιλογή, υψηλού όμως πολιτικού-διπλωματικού ρίσκου, ιδίως αν οι προσπάθειες αφορούσαν σε συστήματα που θα επηρέαζαν καθοριστικά το ελληνοτουρκικό ισοζύγιο ισχύος.
Η κατάσταση αυτή θα είχε επιδεινώσει έτι περαιτέρω τα δημοσιονομικά της Ελλάδας, δυσχεραίνοντας την ένταξη της Ελλάδας στην «πρώτη ταχύτητα» των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εξέλιξη όμως της ελληνικής οικονομίας θα εξαρτάτο και από μια ψυχολογική παράμετρο, τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική. Στο εσωτερικό πλαίσιο, η πιθανή ανύψωση του ηθικού της κοινωνίας και η εμπέδωση της αντίληψης ότι η χώρα αντεπεξήλθε ικανοποιητικά απέναντι σε μια τέτοιας σοβαρότητας απειλή ασφαλείας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε καλύτερη οικονομική πορεία, με την παράλληλη διατήρηση των κοινωνικών εντάσεων σε ελεγχόμενο επίπεδο, λόγω αύξησης των ποσοστών αποδοχής ή απλά και μόνο ανοχής, απέναντι στην κυβέρνηση, η οποία θα διέθετε αυξημένο κύρος.
Στο εξωτερικό μέτωπο, μεσοπρόθεσμα, η επίδειξη αποφασιστικότητας για την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και η απόδειξη ότι η χώρα διέθετε την ισχύ να το πράξει θα μπορούσαν να περάσουν μήνυμα σχετικής ασφάλειας των διεθνών επενδύσεων, με αποτέλεσμα την τόνωση της ελληνικής οικονομίας.
Όλα τα ανωτέρω αποτελούν εικασίες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, καταδεικνύουν ότι οι εξελίξεις θα είχαν δυναμικό και όχι στατικό-νομοτελειακό χαρακτήρα και πως η επιλογή της στρατιωτικής σύγκρουσης δεν θα συνεπαγόταν αυτομάτως οικονομική καταστροφή.
Εξοργισμένοι είναι οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που συμμετείχαν στην Εξεταστική Επιτροπή για την περιβόητη σύμβαση 717 για την τηλεδιοίκηση στους σιδηροδρόμους, για την οποία ο πρωθυπουργός είπε ότι «δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής».
Όχι μόνο τους «άδειασε» αλλά επιχειρεί να ρίξει πάνω τους τις ευθύνες ενώ οι ίδιοι όπως αναφέρουν στις ιδιωτικές συζητήσεις τους ακολούθησαν την κομματική γραμμή την οποία ορίζει φυσικά ο ίδιος ο Κ.Μητσοτάκης.
Όπως είναι γνωστό ναι μεν το Σύνταγμα αναφέρει ότι οι βουλευτές στην Ελλάδα πράττουν κατά συνείδηση αλλά στην πράξη πράττουν όπως επιτάσσει η κομματική γραμμή και σπάνια δεν το κάνουν και συνήθως όταν δεν το κάνουν πέφτουν κυβερνήσεις…
Πάντως, η δήλωση του πρωθυπουργού υποστηρίχθηκε και από την δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδη, ο οποίος είπε ακριβώς το ίδιο πράγμα:
«Δεν πήγε καλά η εξεταστική, ας το παραδεχτούμε».
Όμως πρέπει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους βουλευτές υπουργοποιήθηκαν και άρα η δήλωση αυτή υποδηλώνει ότι στον επόμενο ανασχηματισμό ο οποίος πλέον επισπεύδεται για την άνοιξη θα αποχωρήσουν από τα υπουργεία τους.
Αυτός είναι και ο λόγος που ξεκίνησαν πολλοί υπουργοί να λένε πράγματα που πριν δεν τολμούσαν να τα πουν όπως ο
υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Βασίλης Κικίλιας, ο οποίος δήλωσε, αναφερόμενος στα συλλαλητήρια της περασμένης Κυριακής, ότι «εάν κάποιοι πίστεψαν ότι δύο χρόνια που αυτή η ιστορία είναι εν εξελίξει δεν υπήρχε θέμα Τεμπών, πολύ κακώς το πίστεψαν και δεν είναι έτσι μέχρις ότου να δικαιωθούν τα θύματα και να μάθουν οι οικογένειές τους τι πραγματικά έγινε».
Η φράση στην ουσία στοχοποιεί το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.
Ο ίδιος, μάλιστα, πήγε τα πράγματα ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι συγγενείς θυμάτων της τραγωδίας υπέστησαν bullying και ξεκαθαρίζοντας ότι «δεν σκοπεύω να απολογηθώ για όσα έχουν κάνει ή πει άλλοι. Συντάσσομαι, όμως, δίπλα στον πρωθυπουργό και στην ειλικρίνεια των λεγομένων του, υιοθετώ την άποψή του και ζητώ να φερθούν όλοι έτσι όπως πρέπει αυτή τη στιγμή. Να σταματήσουν και να βάλουν μια τελεία».
Πολλιί στη Νέα Δημοκρατία ενοχλήθηκαν με τα όσα είπε ο Κ.Μητσοτάκης γιατί έτσι δικαίωσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η δέσμευση Μητσοτάκη ότι η ΝΔ δεν θα πει όχι σε προανακριτική επιτροπή, αν η Δικαιοσύνη στείλει στη Βουλή δικογραφία με πολιτικά πρόσωπα, προκαλεί εκνευρισμό, όχι μόνο στον πρώην υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, Κώστα Αχ. Καραμανλή, ο οποίος ούτως ή άλλως βρίσκεται στο επίκεντρο της υπόθεσης, αλλά και στον νυν υφυπουργό Κλιματικής Κρίσης, Χρήστο Τριαντόπουλο καθώς το όνομά του είχε εμπλακεί στην υπόθεση του «μπαζώματος» του σημείου της τραγωδίας, με τον πρωθυπουργό να λέει για το θέμα ότι «αν πάρθηκαν κάποιες επιχειρησιακές αποφάσεις για να σταθεροποιηθεί το έδαφος, για να μπορεί να πάει ένας γερανός να σηκώσει το τρένο για να δούμε τι υπάρχει από κάτω, αυτές δεν τις γνωρίζω και δεν οφείλω να τις γνωρίζω», αν και είπε πως ό,τι έγινε, έγινε με «καλό σκοπό».
Στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει ξεσπάσει «θύελλα» όπως και ανάμεσα στα μέλη της κυβέρνησης.
Ωστόσο θεωρούν ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, τους προσφέρει ένα «σωσίβιο σωτηρίας», τουλάχιστον έτσι θέλουν να το δουν, με την πρόταση μομφής που δεσμεύτηκε ότι θα καταθέσει κατά της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού.
Ο λόγος είναι ότι έτσι βουλευτές και στελέχη θα αναγκαστούν να συμπληρωθούν και πάλι γύρω από τον πρωθυπουργό και όλο αυτό θα διακόψει σε ένα κρίσιμο σημείο την ενδοκυβερνητική και ενδοκομματική «φαγωμάρα».
Βέβαια, δεν είναι και πολύ καλό να συζητούνται τα Τέμπη επί τρεις ημέρες και μάλιστα όταν θα έχει δημοσιευθεί το πόρισμα του Πολυτεχνείου, το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες, θα δικαιώνει τις οικογένειες των θυμάτων, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παραδέχτηκε ότι η εξεταστική που συστήθηκε για τα Τέμπη «δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής» και όλοι αναρωτιούνται τι εννοούσε με αυτό.
Συγκεκριμένα είπε: «Δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής η Εξεταστική. Τα κόμματα δυσκολεύονται να δουν τη μεγάλη εικόνα.
Η Εξεταστική δεν μπόρεσε να διαφωτίσει την εικόνα της κοινής γνώμης. Όλοι οι μάρτυρες θα καταθέσουν στο δικαστήριο και εκεί νομίζω ότι θα μάθουμε όλη την αλήθεια».
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα μεγαλοπρεπέστατο «άδειασμα» στους 16 βουλευτές της ΝΔ που συμμετείχαν στην Επιτροπή αλλά και στους 158 βουλευτές του κόμματος που υπερψήφισαν τότε το πόρισμα.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι ακριβώς ψήφισαν; Ο ίδιος ο επικεφαλής της κυβέρνησης αναγνωρίζει ότι επρόκειτο για μία ανούσια διαδικασία από την οποία δεν προέκυψε τίποτα,
Εάν δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής η εξεταστική επιτροπή για τα Τέμπη, τότε γιατί υπουργοποιήθηκαν τόσα μέλη της από τον Πρωθυπουργό στον αμέσως επόμενο ανασχηματισμό;
Με την δήλωση του αυτή ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε ότι γνώριζε και απέκρυπτε την αλήθεια. Αφού ήξερε ότι η Εξεταστική ήταν ανούσια άρα γνώριζε και τι πραγματικά έχει συμβεί.
Έβαλε όμως τους βουλευτές να ψηφίσουν το πόρισμα της εν γνώση του ότι δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Ερώτηση στη Βουλή για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει ο έντυπος περιφερειακός τύπος καθώς και για την ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων για τη στήριξή του συνυπέγραψε η βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας του ΠΑΣΟΚ, Χριστίνα Σταρακά, μαζί με τους υπόλοιπους βουλευτές του κόμματος, έπειτα από πρωτοβουλία του βουλευτή Μιχάλη Κατρίνη.
«Ο έντυπος περιφερειακός τύπος αποτελεί θεμελιώδη πυλώνα της ενημέρωσης και της δημοκρατίας στη χώρα μας, εξασφαλίζοντας την πρόσβαση των πολιτών στην πληροφόρηση και ενισχύοντας την πολυφωνία. Ωστόσο, η βιωσιμότητα του κλάδου βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, όπως καταγγέλλει ο Σύνδεσμος Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (Σ.Η.Π.Ε.).», επισημαίνεται στην ερώτηση.
Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρουν οι βουλευτές, η κυβέρνηση και συγκεκριμένα τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και ο αρμόδιος Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, αποφεύγουν προκλητικά να συναντηθούν με τον Σ.Η.Π.Ε. και να απαντήσουν στα ερωτήματα του, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις και επιστολές του Συνδέσμου προς τους αρμόδιους.
Στο πλαίσιο αυτό, καταγγέλεται ότι «το ισχύον σύστημα επιδοτήσεων και ενισχύσεων επιτρέπει την επιβίωση ευκαιριακών εκδόσεων που στερούνται δημοσιογραφικού προσωπικού και υποδομών, οδηγώντας στη στρέβλωση του ανταγωνισμού και στην υποβάθμιση του κλάδου. Ως αποτέλεσμα, «η κρατική διαφήμιση δεν κατανέμεται με δίκαιο και διαφανή τρόπο, ενώ το Μητρώο Περιφερειακού Τύπου, αντί να λειτουργεί ως μηχανισμός διασφάλισης της διαφάνειας και της αξιοπιστίας, έχει μετατραπεί σε εργαλείο επιλεκτικών ενισχύσεων, με αδιαφανή κριτήρια που δεν συνδέονται με τη δημοσιογραφική ποιότητα και την πραγματική δραστηριότητα των εφημερίδων.»
Κλείνοντας, η Χριστίνα Σταρακά και οι υπόλοιποι βουλευτές ρωτούν τον κυβερνητικό εκπρόσωπο ποια συγκεκριμένα μέτρα προτίθεται να λάβει η κυβέρνηση για τη στήριξη του έντυπου περιφερειακού τύπου, με ποιον τρόπο σκοπεύει να εξασφαλίσει τη δίκαιη κατανομή της κρατικής διαφήμισης, καθώς και αν προτίθεται να θεσπίσει ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο που θα ρυθμίζει συνολικά τον έντυπο περιφερειακό τύπο.
Για ακόμα μια φορά, πρώτος σε ψήφους ανεδείχθη ο προτεινόμενος από τη ΝΔ, τέως πρόεδρος της Βουλής, Κωνσταντίνος Τασούλας, με 160 ψήφους.
Ακολούθησαν, η προτεινόμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ Λούκα Κατσέλη με 40 ψήφους, ο προτεινόμενος από το ΠΑΣΟΚ Τάσος Γιαννίτσης με 34 ψήφους και ο προτεινόμενος από την ΚΟ της Νίκης Κώστας Κυριακού με 14 ψήφους. Κατεγράφησαν, επίσης, 52 «παρών».
Ανάλογα ήταν τα αποτελέσματα και στην πρώτη ψηφοφορία, που διεξήχθη το περασμένο Σάββατο 25 Ιανουαρίου. Βάσει του Συντάγματος, θα διεξαχθεί τρίτη ψηφοφορία μετά από πέντε ημέρες, και τότε θα απαιτηθεί πλειοψηφία τριών πέμπτων της Ολομέλειας (180).
Εάν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη πλειοψηφία, η ψηφοφορία θα επαναληφθεί ύστερα από πέντε ημέρες και θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που θα συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151).
Αξίζει να σημειωθεί, τέλος, ότι εάν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία (πράγμα ωστόσο απίθανο με βάση τα αποτελέσματα στις πρώτες δύο ψηφοφορίες), τότε η ψηφοφορία θα επαναληφθεί ύστερα από πέντε ημέρες και θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας με σχετική πλειοψηφία.
Πηγή: gr.euronews.com
Την απογοήτευση και, κυρίως, την έλλειψη εμπιστοσύνης τόσο προς την κυβέρνηση όσο και προς την Δικαιοσύνη για τα Τέμπη εκφράζουν οι πολίτες σε νέα δημοσκόπηση της MRB.
Να σημειωθεί ότι η δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε μετά τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις για τα Τέμπη, που έγιναν στις 26 Ιανουαρίου σε όλη την Ελλάδα και σε πόλεις του εξωτερικού, και καταγράφει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τους χειρισμούς των αρμόδιων αρχών για την εθνική τραγωδία που στοίχισε τη ζωή 57 συνανθρώπων μας και σημάδεψε τη χώρα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, που παρουσιάστηκε από το Open, το 77,5% των πολιτών απάντησε αρνητικά στο ερώτημα εάν η Δικαιοσύνη κάνει ό,τι μπορεί για να πέσει φως στην υπόθεση των Τεμπών.
Στην ίδια ερώτηση για την κυβέρνηση, το ποσοστό που απαντά αρνητικά είναι ακόμα μεγαλύτερο, καθώς το 81,1% δεν πιστεύει πως κάνει ό,τι μπορεί για να πέσει άπλετο φως στην υπόθεση.
Παράλληλα, η δημοσκόπηση καταγράφει τα συναισθήματα των Ελλήνων για το παρόν και το μέλλον της χώρας, με το 46,8% να δηλώνει ότι η οργή τους εκφράζει περισσότερο, ενώ ακολουθούν η παραίτηση/απογοήτευση με 43,1% και ο φόβος με 37,8%.
Μόνο το 22,7% δήλωσε ότι νιώθει ελπίδα, το 8,1% σιγουριά και το 7,9% περηφάνεια.
Επιπλέον, στο ερώτημα για ποιο λόγο νιώθουν οργή, 7 στους 10 πολίτες – ποσοστό 70,7 – επέλεξαν τη διαφθορά (καταχρήσεις εξουσίας, ατιμωρησία πολιτικών) και στη συνέχεια τις καθημερινές δυσκολίες (ακρίβεια, κακή ποιότητα υπηρεσιών, συμφόρηση στις πόλεις), σε ποσοστό 38,6%.
Υψηλά ποσοστά καταγράφονται στη δημοσκόπηση ως προς τις αδικίες (29,6%), την κακή δημόσια διοίκηση (27,9%) και τις ανισότητες (21,1%), αναφορικά με τους λόγους που νιώθουν οργή οι Έλληνες.
Στη δημοσκόπηση της MRB, η Λούκα Κατσέλη που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ κοντράρει σχεδόν στα ίσια τον υποψήφιο της Νέας Δημοκρατίας, Κώστα Τασούλα, για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Όπως καταγράφεται, το 41,5% βλέπει θετικά την υποψηφιότητα Τασούλα, ενώ το 40,7% την υποψηφιότητα Κατσέλη.
Μάλιστα, το ποσοστό όσων βλέπουν αρνητικά τον κ. Τασούλα είναι υψηλότερο (39,3%) από αυτό εκείνων που βλέπουν αρνητικά την επιλογή Κατσέλη (37,7%).
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, το γεγονός ότι η πλειοψηφία των πολιτών (40,1%) εκτιμά ότι αυτό που μέτρησε περισσότερο στην επιλογή Τασούλα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι το μήνυμα για εσωκομματική ηρεμία και συγκράτηση διαρροών δεξιότερα της ΝΔ, ενώ ακολουθούν με 35,5% χαρακτηριστικά που αφορούν στο πρόσωπο του πρώην προέδρου της Βουλής.
Στην πρόθεση ψήψου παραμένει κυρίαρχη η Νέα Δημοκρατία, με διψήφια διαφορά από το ΠΑΣΟΚ, καθώς το κυβερνών κόμμα προηγείται της αξιωματικής αντιπολίτευσης με 11,5 μονάδες.
Ειδικότερα, η ΝΔ καταγράφει – στην αναγωγή επί των έγκυρων – 27,9%, το ΠΑΣΟΚ 16,4%, ακολουθεί στην τρίτη θέση με 9,5% η Ελληνική Λύση, από κοντά το ΚΚΕ με 9,4%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην πέμπτη θέση με 8,4%.
Η Πλεύση Ελευθερίας συγκεντρώνει 7,4%, το Κίνημα Δημοκρατίας 4% και το ΜέΡΑ25 3,1%, ενώ η Νέα Αριστερά με 1,3% μένει εκτός Βουλής.
Ωστόσο, στο σύνολο των ψήφων, η διαφορά μεταξύ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι μονοψήφια, καθώς η «γαλάζια» παράταξη καταγράφει 21% και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης 12,4% – διαφορά 8,6 μονάδων.
Στην πρώτη ψηφοφορία, που διεξήχθη το περασμένο Σάββατο 25 Ιανουαρίου, πρώτος σε ψήφους ανεδείχθη ο προτεινόμενος από τη ΝΔ, τέως πρόεδρος της Βουλής, Κωνσταντίνος Τασούλας, με 160 ψήφους. Ακολούθησαν, η προτεινόμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ Λούκα Κατσέλη με 40 ψήφους, ο προτεινόμενος από το ΠΑΣΟΚ Τάσος Γιαννίτσης με 34 ψήφους και ο προτεινόμενος από την ΚΟ της «Νίκης» Κώστα Κυριακού με 14 ψήφους. Κατεγράφησαν, επίσης, 49 «παρών», ενώ τρεις βουλευτές απουσίαζαν.
Στην περίπτωση που δεν συγκεντρωθούν οι 200 ψήφοι και στη δεύτερη ψηφοφορία, θα διεξαχθεί τρίτη ψηφοφορία, μετά από πέντε ημέρες, και τότε θα απαιτηθεί πλειοψηφία τριών πέμπτων (180). Εάν δεν επιτευχθεί ούτε και στην τρίτη ψηφοφορία η αυξημένη πλειοψηφία, η διαδικασία θα επαναληφθεί ύστερα από πέντε ημέρες και θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκείνος που θα συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151). Εάν τέλος, δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, η ψηφοφορία θα επαναληφθεί ύστερα από πέντε ημέρες και θα εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας με σχετική πλειοψηφία.
Πηγή: protothema.gr
H εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 2 Φλεβάρη, στις 11 πμ, στην αίθουσα Δημοτικού Συμβουλίου Αμφιλοχίας.
Στην εκδήλωση θα μιλήσει ο Νίκος Παπαναστάσης, βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας του ΚΚΕ και θα ακολουθήσει μουσικό αφιέρωμα στο πολιτικό-αντιπολεμικό τραγούδι.
Στο αφιέρωμα συμμετέχουν οι μουσικοί και ερμηνευτές: Νεκτάριος Αποστολιώτης, Σωτήρης Γκεβετζές, Χριστίνα Κορκοντζέλου, Ανδρέας Φούκας, ενώ θα συμμετάσχει και ο Γιώργος Παπαθανασίου, όπου μεταξύ άλλον θα ερμηνεύσει και δύο δικές του μελοποιήσεις πάνω σε ποιήματα του παλαιστίνιου ποιητή Μαχμούντ Νταρουίς.
sinidisi.gr