Αρθρο του βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας Σπήλιου Λιβανού στην ιστοσελίδα Liberal.gr
Η ανησυχία της δημοκρατικής Δύσης για την αυξανόμενη επιθετικότητα παγκόσμιων παικτών με διαφορετικές πολιτισμικές και αξιακές αρχές είναι πρόδηλη, μετά την έναρξη της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία. Και ταυτόχρονα, είναι εντυπωσιακή η ταχύτητα και η ορμή με την οποία ΝΑΤΟ και ΕΕ αντέδρασαν στην καταφανή επιδίωξη της Ρωσίας για βίαιο επαναπροσδιορισμό της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, με καταπάτηση κάθε έννοιας δικαίου και σεβασμού εθνικών συνόρων.
Το παράδοξο, είναι ότι την ίδια ώρα που η ΕΕ, οι ηγεσίες όλων των μεγάλων δυνάμεων, ο Μπάιντεν, ο Μακρόν και ο Σόλτς, καταδικάζουν ρητά τις τουρκικές προκλήσεις, αλλά η Συμμαχία κρατά ουδέτερη στάση απέναντι στις προκλήσεις που δέχεται ένα μέλος της από ένα άλλο μέλος της.
Και εξακολουθεί να κρατά ουδέτερη στάση απέναντι σε μία χώρα, ενεργό μέρος του ΝΑΤΟ, που αρνείται να συμμετέχει στις κυρώσεις που έχει αποφασίσει να επιβάλει η Συμμαχία στη Ρωσία, όπως αρνείται να καταδικάσει ρητά και απερίφραστα τη ρωσική ωμότητα στην Ουκρανία, που δείχνει «κατανόηση» στον ωμό ενεργειακό εκβιασμό του Προέδρου Πούτιν, που προμηθεύεται όπλα από τη Ρωσία αλλά συνεργάζεται με το ΝΑΤΟ στο μέτωπο της Συρίας και της Λιβύης, τηρώντας η ίδια ίσες αποστάσεις από Δύση και Μόσχα.
Η γείτονα χώρα, η Τουρκία, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει υιοθετήσει μια εξόχως επιθετική και ακραία επικίνδυνη ρητορική κατά της Ελλάδος. Η ιστορικά ανυπόστατη επιθετικότητα της – κατά τη γνώμη μου – οφείλεται στην πλήρη μεταστροφή της τουρκικής πολιτικής, που πλέον με απόλυτη σαφήνεια εγκαταλείπει την «ευρωπαϊκή» προοπτική και στρέφεται προς ανατολάς. Η παρουσία, άλλωστε, του Ερντογάν στη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού της Σαγκάης στο Ουζμπεκιστάν, αποτυπώνει ανάγλυφα τις στρατηγικές του επιδιώξεις.
Η κλιμάκωση αυτής της επιθετικότητας οφείλεται στην ενόχληση της Άγκυρας για την εξωτερική πολιτική που ασκεί η Ελλάδα και τα απτά αποτελέσματα που αυτή παράγει. Στην υπογραφή συμφωνιών αμυντικής συνδρομής, στην έμπρακτη ενίσχυση των ελληνικών όπλων και στη συνολικότερη οικονομική και γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας μας.
Οι απειλές τύπου «θα έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ» ή «μην ξεχνάτε το 1922» διατυπώνονται ευθέως απέναντι στην Ελλάδα, σύμμαχό της κατά τα άλλα στο ΝΑΤΟ.
Απέναντι σε αυτή την επιθετική στάση της Τουρκίας, η Ελλάδα έχει επιλέξει την άσκηση ενεργούς και ξεκάθαρης διπλωματίας. Στηρίξαμε από την πρώτη στιγμή την είσοδο Σουηδίας και Φινλανδίας αναδεικνύοντας την τουρκική ιδιοτελή άρνηση, με τη μετατροπή της υπόθεσης σε ανατολίτικο παζάρι από τον Πρόεδρο Ερντογάν. Παράλληλα, απαντάμε στην Τουρκική προκλητικότητα με την άσκηση μιας πολυσχιδούς εξωτερικής πολιτικής και τη σύναψη κρίσιμων συμφωνιών.
Θυμίζω ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με ΥΠΕΞ τον Νίκο Δένδια, προχώρησε στην οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο, μεγάλωσε για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες την ελληνική επικράτεια, με την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο Πέλαγος από τα 6 ν.μ στα 12 νμ., υπέγραψε την τεράστιας σημασίας συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία, εξασφαλίζοντας τη στρατιωτική συνδρομή του Παρισιού σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης κατά της Ελλάδας, ενισχύει τη διεθνή εικόνα της χώρας μέσω του διπλωματικού ανοίγματος προς χώρες, όπως το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που διαμόρφωσε ισχυρή εταιρική σχέση με την Αίγυπτο και ξεκίνησε να χτίζει ισχυρούς δεσμούς στην παραμελημένη διπλωματικά αφρικανική ήπειρο.
Παράλληλα, συνέχισε την εμβάθυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, στην Ανατολική Μεσόγειο, τόσο στο στρατιωτικό επίπεδο όσο και σε αυτό της ενεργειακής συνεργασίας.
Δίπλα, όμως, στη διπλωματική αναβάθμιση της χώρας μας, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη ισχυροποίησε και τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας. Οι συμφωνίες για τα Rafal και τις Belharra αναβαθμίζουν την επιχειρησιακή δεινότητα των ενόπλων δυνάμεων, γέρνοντας υπέρ μας την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο και αποτελώντας την καλύτερη απάντηση στην τουρκική προκλητικότητα.
Θωρακίσαμε τα σύνορα του Έβρου καθιστώντας τα αδιαπέραστα απέναντι στις υβριδικές τουρκικές απειλές και ενισχύουμε με κάθε τρόπο το απαράμιλλο έμψυχο δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων, τις γυναίκες και τους άντρες που φυλάνε σύγχρονες Θερμοπύλες.
Οι γεωπολιτικές συνθήκες έχουν αλλάξει άρδην μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, την πρώτη ωμή επίδειξη ισχύος από τις αναθεωρητικές χώρες με τις δεσποτικές τους ηγεσίες.
Για αυτούς, λοιπόν τους λόγους, οι εταίροι μας στο ΝΑΤΟ, όπως καταδίκασαν ρητά τη ρωσική επιθετικότητα έτσι να αποδοκιμάσουν και την Τουρκική προκλητικότητα. Και να αφήσουν την τακτική των ίσων αποστάσεων μέσω παραινέσεων τύπου «υπάρχουν διαφωνίες που πρέπει να επιλυθούν με ειρηνικά μέσα». Η Ελλάδα, δεν έχει καμία διαφορά με την Τουρκία, πλην της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας. Η Τουρκία είναι αυτή που απειλεί ένα άλλο μέλος της Συμμαχίας, ακόμα και με εισβολή στα εδάφη της.
Δεν νοείται να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά έναντι του αναθεωρητισμού, από όποιον κι αν εκφράζεται. Ιδιαίτερα, στους επικίνδυνους καιρούς που ζούμε.