Η 8η Μαρτίου είναι μια μέρα αφιερωμένη στις γυναίκες. Τα πλάσματα που καθημερινά δίνουν αγώνες σε πολλαπλά μέτωπα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μάλιστα ως ελάχιστο φόρο τιμής αποφάσισε να αφιερώσει τη σημερινή ημέρα στις γυναίκες που απαρτίζουν το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό θέτοντας τον εαυτό τους στην πρώτη γραμμή άμυνας ενάντια στην πανδημία.
Οι γυναίκες ανά τους αιώνες έχουν παλέψει σκληρά, ώστε να κατακτήσουν δικαιώματα και να έχουν αξιώσεις για μία ισότιμη αντιμετώπισή. Ωστόσο έχει πράγματι επιτευχθεί αυτό; Με αφορμή την σημερινή ημέρα θα ήθελα να αναφερθώ σε γεγονότα που έρχονται στην επιφάνεια και αμφισβητούν την ισότητα, την αναγνώριση και το σεβασμό στο πρόσωπο της γυναίκας. Πριν από λίγο καιρό απασχόλησε την κοινή γνώμη ένα ιδιαιτέρως σημαντικό ζήτημα η δημοσιοποίηση προσωπικών στιγμών γυναικών σε διαδικτυακή σελίδα. Ένα περιστατικό παραβίασης της ιδιωτικότητας των γυναικών κατά τρόπο ατιμωτικό και βάναυσο, με την ζωή τους να γίνεται βορά σε μάτια ανθρώπων ξένων με στόχο τον διασυρμό και την εκμετάλλευση και μάλιστα από άτομα του στενού περιβάλλοντος των θυμάτων. Το θέμα αυτό ύστερα από την γνωστοποίησή του πήρε μεγάλες διαστάσεις και όλοι δρώντας άμεσα κατάφεραν να επιτύχουν τη διακοπή λειτουργίας της ιστοσελίδας. Δεν πέρασε πολύς καιρός όταν το πανελλήνιο συγκλονίστηκε από ακόμη μία εξομολόγηση σεξουαλικής κακοποίησης. Αυτή τη φορά τη σιωπή της έσπασε η γνωστή Ολυμπιονίκης Σοφία Μπεκατώρου αποτελώντας φωτεινό παράδειγμα και για άλλες γυναίκες να γνωστοποιήσουν τη δική τους ιστορία βίας ή παρενόχλησης. Ύστερα λοιπόν από αυτά τα γεγονότα φτάνουμε σε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα το οποίο δεν είναι άλλο από το πόσο ασφαλής μπορεί να αισθάνεται μία γυναίκα ακόμα και σε μία προηγμένη κοινωνία του 21ου αιώνα.
Το παραπάνω ερώτημα ενισχύουν έρευνες που πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα με αφορμή τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί λόγω της πανδημίας και μιλούν για έξαρση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας εναντίον των γυναικών. Σύμφωνα με αυτές φαινόμενα όπως η οικονομική κρίση, η ανεργία και η παραμονή στο σπίτι συνιστούν ισχυρούς δείκτες αύξησης της ενδοικογενειακής βίας. Η βία συναντάται παγκοσμίως και δεν εξαρτάται δυστυχώς μόνο από κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, ώστε να μπορέσουν να απομονωθούν, να μελετηθούν και να αντιμετωπιστούν. Το λυπηρό και ταυτόχρονα ανησυχητικό είναι, ότι ακόμα και οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν απαλλαγεί από στερεότυπα, που κυριαρχούσαν σε παλαιότερες εποχές με πατριαρχικά, κυριαρχικά και σεξιστικά πρότυπα. Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες τα φαινόμενα αυτά της βίας ή των διακρίσεων είναι τόσο καλά κρυμμένα και περασμένα στο θύμα που το θύμα δεν τα κατανοεί ή του φαίνονται ως κάτι ορθό ή συνηθισμένο μη προβαίνοντας σε καταγγελία των περιστατικών.
Παρά τα βήματα προόδου που έχουν γίνει, έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε για να δοθεί μια υγιής και ασφαλής κοινωνία στη γυναίκα που όλοι θα σέβονται τα δικαιώματα της. Είναι μία κατάσταση που δεν μπορεί να λυθεί με πρόσκαιρες λύσεις. Είναι πλέον δουλειά της πολιτείας να αντιμετωπίσει κατασταλτικά αυτά τα φαινόμενα και κυρίως να εκπαιδεύσει με κάθε θεσμικό τρόπο (π.χ. σεξουαλική διαπαιδαγώγηση) τους πολίτες της. Πρέπει οι ειδικοί και οι αρμόδιες υπηρεσίες να λειτουργούν με τρόπο περισσότερο οργανωμένο και με αυστηρούς κυρωτικούς κανόνες, που θα έρθουν μέσα από μια αναδιαμόρφωση ενδεχομένως του ποινικού κώδικα. Μόνο έτσι μπορεί να δημιουργηθεί ασφάλεια και εμπιστοσύνη στο θύμα να μιλήσει χωρίς να ντρέπεται, χωρίς να φοβάται ότι κρίνεται, στιγματίζεται και κατηγορείται. Είναι σημαντικό να τονιστεί σε αυτό το σημείο ότι οι γονείς οφείλουν να διαπαιδαγωγούν τα παιδιά τους, αφενός να δέχονται το <<όχι>> ως απάντηση και αφετέρου να θέτουν όρια αντιδρώντας σε ό,τι τα φέρνει σε δύσκολη θέση. Οι αντιλήψεις της κοινωνίας οδηγούν σε αυτοοενοχοποίηση του θύματος , τα οποία καλούνται μάλιστα να αποδείξουν πως δεν ευθύνονται για ό,τι συνέβη. Όμως όσο ο παθών δεν μιλάει διαιωνίζονται αυτά τα φαινόμενα, τα θύματα αυξάνονται, δεν ενημερωνόμαστε, δεν καταδικάζονται και επομένως δεν τιμωρούνται οι υπαίτιοι. Και αν πολλοί αναρωτιούνται << γιατί τώρα>> κατηγορώντας όλες αυτές τις γυναίκες μη γνωρίζοντας τι επίδραση είχαν τα περιστατικά στη ψυχολογία, την πορεία και τον χαρακτήρα τους , η απάντηση βρίσκεται σε μία και μόνη ερώτηση. <<Μπόρεσαν ποτέ να ξεχάσουν;>>. Για αυτά τα πρόσωπα η δικαιοσύνη μπορεί να άργησε αλλά έστω και τώρα οφείλει να αποδοθεί για τη βελτίωση και την ασφάλεια της κοινωνίας. Η κυβέρνηση στου Κυριάκου Μητσοτάκη επιλέγοντας να υιοθετήσει αυστηρότερα μέτρα και ποινές δείχνει έμπρακτα την πρόθεσή της να κάνει τα βήματα που πρέπει.
Οι συγκυρίες δεν είναι πάντα ευνοϊκές και η κοινωνία δεν είναι πάντα έτοιμη να ακούσει αλήθειες. Η βία και η κακομεταχείριση δεν είναι έκφραση αγάπης. Δεν ήταν λάθος της στιγμής. Καμία γυναίκα δεν είναι υποχρεωμένη να ανέχεται καταστάσεις που θίγουν την αξιοπρέπεια της και τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα της. Αυτός που ασκεί βία, παρενοχλεί και δεν σέβεται μια γυναίκα δεν έχει καμία δικαιολογία.
Λαμπρινή Καλαβρουζιώτη
Ασκούμενη Δικηγόρος
Υπεύθυνη Γραφείου Τύπου και Ενημέρωσης
agrinionews.gr