Η Ντόρα Μπακογιάννη είναι μια πολιτικός, που μπορείς μαζί της ενδεχομένως να διαφωνήσεις σε πολλά, αλλά υπάρχουν ορισμένα θέματα, που λόγω της μεγάλης της εμπειρίας ίσως και των βιωμάτων της, οι τοποθετήσεις της θυμίζουν πολιτικό παλιάς στόφας. Και αυτό την κάνει σε κάποιο βαθμό να ξεχωρίζει σε μια Ελλάδα με ένα πολιτικό σύστημα… από το κάτω ράφι, που αρέσκεται στο λαϊκισμό και τις ακρότητες.
Ένα από αυτά τα θέματα που οι τοποθετήσεις της ξεχωρίζουν είναι και το θέμα της τρομοκρατίας και όχι επειδή η οικογένειά της χτυπήθηκε σκληρά από την τρομοκρατία. Σχεδόν ποτέ τα σχόλια της για την τρομοκρατία δεν είχαν συναισθηματική φόρτιση. Αντιθέτως είχαν κοινή λογική, ήταν αμιγώς πολιτικά και βασισμένα στις αρχές της Δημοκρατίας. Με το άρθρο της στα «Νέα», με αφορμή την υπόθεση Κουφοντίνα και τις ανατριχιαστικές δηλώσεις του Θ. Δρίτσα, η Ντόρα Μπακογιάννη έθιξε την πηγή μιας γενικότερης κακοδαιμονίας για τη χώρα. Μιας κακοδαιμονίας που δεν αφορά μόνο την τρομοκρατία, αλλά αρκετά από τα σημαντικότερα θέματα της δημόσιας σφαίρας. Και αυτή δεν είναι άλλη από τον διχασμό. Από έναν «ψυχρό εμφύλιο πόλεμο» που συνεχίζεται καθ’όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης με διαφορετικές κατά περιόδους εντάσεις.
«Ο εμφύλιος στην Ελλάδα τελείωσε» γράφει η Ντ. Μπακογιάννη και μάλιστα με κεφαλαία γράμματα στο άρθρο της στα «Νέα» και κλείνει ως εξής :«Στην σύγχρονη ελληνική και ευρωπαϊκή δημοκρατία μας δεν έχουν θέση οι νοσταλγοί του, ούτε από αριστερά ούτε από δεξιά».
Δυστυχώς όμως στην Ελλάδα δεν μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε ούτε σε αυτό, γιατί δυστυχώς υπάρχουν κάποιοι και δεν είναι λίγοι που επιμένουν στη λογική του όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας.
Η (ειρηνική) συνύπαρξη διαφορετικών απόψεων, η ουσία δηλαδή της Δημοκρατίας, παραμένει ακόμη ζητούμενο. Η Ντ. Μπακογιάννη ακριβώς επειδή το θίγει αυτό, ξεχωρίζει.