Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι οι τιμές της ενέργειας στο σύνολό τους αναμένεται να μειωθούν κατά 40% το 2020 – Η πανδημία είναι δυνατόν να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή και αυτή με τη σειρά της στις αγορές των πρώτων υλών
Οι τιμές των αγροτικών προϊόντων δεν αναμένεται να αυξηθούν κατακόρυφα τη φετινή χρονιά, αλλά τα επιμελητειακά προβλήματα που σχετίζονται με την πανδημία Covid-19 και ορισμένες κυβερνητικές αποφάσεις ενδεχομένως να αποτελέσουν απειλές για την επισιτιστική ασφάλεια σε ορισμένες χώρες, προειδοποίησε η Παγκόσμια Τράπεζα.
Ενώ οι τιμές της ενέργειας και των μετάλλων κατρακύλησαν κατά το πρώτο τρίμηνο λόγω των μέτρων περιορισμού που επιβλήθηκαν για να σταματήσει η εξάπλωση του κορωνοϊού, οι τιμές στα γεωργικά προϊόντα δεν σημείωσαν παρά μία σχετικώς μέτρια μείωση και αναμένεται να παραμείνουν σταθερές καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους, υποστηρίζει το θεσμικό αυτό όργανο σε έκθεσή του για τις πρώτες ύλες.
«(Τα τρόφιμα) είναι λιγότερο ευαίσθητα στην οικονομική δραστηριότητα από ότι τα βιομηχανικά υλικά και τα επίπεδα παραγωγής, καθώς και τα αποθέματα στα βασικά τρόφιμα, βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ», υπογραμμίζει η Παγκόσμια Τράπεζα.
«Μολαταύτα, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες όσον αφορά την επισιτιστική ασφάλεια», προσθέτει στην ίδια έκθεση το διεθνές ίδρυμα.
Οι τρέχουσες δυσκολίες στον τομέα των μεταφορών και η ενίσχυση των μέτρων συνοριακής εποπτείας θα μπορούσαν να προκαλέσουν δυσκολίες στην κινητικότητα των εποχικών εργαζομένων στη γεωργία – πολλοί εκ των οποίων είναι μετανάστες – αλλά και στη μεταφορά τροφίμων ή προϊόντων, όπως λιπάσματα και φυτοφάρμακα.
Ήδη «οι αποστολές λουλουδιών από την Κένυα και την Τανζανία στην Ευρώπη έχουν καταρρεύσει» ιδίως μετά τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν από το Άμστερνταμ, «ενώ υποφέρουν και οι παραγωγοί οπωροκηπευτικών στη Βόρεια Αφρική», σχολιάζει ο οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας Τζον Μπαφς, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η κρίση φέρνει στο επίκεντρο «το πόσο περίπλοκες έχουν γίνει οι αλυσίδες εφοδιασμού».
Εκτιμήσεις για την τιμή του βαρελιού
Επιπλέον, ορισμένες χώρες έχουν ανακοινώσει προσωρινούς περιορισμούς στο εμπόριο, με τη Ρωσία, φερ’ ειπείν, να περιορίζει τις εξαγωγές σιταριού και το Βιετνάμ τις εξαγωγές ρυζιού, ενώ άλλα κράτη έχουν σπεύσει να δημιουργήσουν σημαντικά αποθέματα, όπως π.χ. οι Φιλιππίνες που παραγγέλνουν ρύζι σε μεγάλες ποσότητες.
Τα μέτρα αυτά «δεν έχουν εφαρμοσθεί ακόμη σε μεγάλη κλίμακα, όμως δυνητικά θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα εάν αυτό γενικευόταν», προειδοποιεί η έκθεση.
Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει επίσης ότι οι τιμές της ενέργειας στο σύνολό τους αναμένεται να μειωθούν κατά 40% το 2020, προτού ανακάμψουν «σημαντικά» το 2021. Η τιμή του βαρελιού πετρελαίου θα φθάσει ενδεικτικά στα 35 δολάρια κατά μέσο όρο, έναντι 61 δολαρίων το 2019.
Οι τιμές των μετάλλων, οι οποίες εξαρτώνται πολύ από τις οικονομικές συνθήκες, αναμένεται να μειωθούν κατά 13%, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τον χαλκό και τον ψευδάργυρο.
Όπως εκτιμά η Παγκόσμια Τράπεζα, η πανδημία είναι δυνατόν να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή και αυτή με τη σειρά της στις αγορές των πρώτων υλών. Για παράδειγμα, η εκτενέστερη χρήση της τηλεργασίας και της τηλεδιάσκεψης, θα μπορούσε να οδηγήσει στη μείωση των μέσων μεταφοράς και του αυτοκινήτου, τομείς που αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της παγκόσμιας ζήτησης σε καύσιμα.