Του Νίκου Καραγιάννη
Οι συνέπειες της παρατεταμένης κρίσης στην Ελλάδα, είχαν καταλυτική επίδραση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και στους ιδιοκτήτες τους.
Επαναπροσδιόρισε με δραματικό τρόπο, την οικονομική, την συναισθηματική και την κοινωνική τους καθημερινότητα.
Οι τζίροι των επιχειρήσεων τους κατέρρευσαν, τα κέρδη εξαφανίστηκαν, οι περιουσίες τους χάθηκαν ή κινδυνεύουν να χαθούν και τα χρέη τους έναντι των τραπεζών και του δημοσίου διογκώνονται.
Ταυτόχρονα όμως, το κράτος και οι δομές του, παραμένουν ίδιες.
Γραφειοκρατία, αναποτελεσματικότητα, υπηρεσίες χαμηλής ποιότητας, υψηλό κόστος λειτουργίας.
Δέκα χρόνια βαθιάς οικονομικής κρίσης και άλλαξαν όλα εκτός από το επιχειρηματικό περιβάλλον που το ελληνικό κράτος είχε δομήσει.
Από την άλλη, τους τελευταίους μήνες, παρατηρείται μια σημαντική αναβάθμιση της επενδυτικής εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, κάτι που αντικατοπτρίζεται στα επιτόκια δανεισμού της χώρας τα οποία βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά.
Η εξέλιξη αυτή είναι μεν θετική, αλλά ακόμη δεν έχει πρακτική επίδραση στους τζίρους και τα κέρδη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Το κλίμα ευφορίας που έχει διαμορφωθεί, είναι εντελώς αναντίστοιχο με την ζώσα επιχειρηματική πραγματικότητα.
Η ελληνική οικονομία, σταμάτησε να παράγει ελλείμματα, αλλά το παραγωγικό υπόδειγμα που ευθύνεται γι’ αυτά, παραμένει ίδιο.
Το δημόσιο χρέος είναι δυσθεώρητο, ενώ το ιδιωτικό χρέος βρίσκεται στο έλεος των τραπεζών, των διαφόρων funds, της εφορίας και των ασφαλιστικών ταμείων.
Το διεθνές κλίμα είναι ρευστό και η παγκόσμια οικονομία λειτουργεί με αναιμικούς ρυθμούς.
Η αλληλεγγύη της Ευρώπης, στην οποία ανήκουμε πολιτικά και οικονομικά, εξαντλείτε στα αυστηρά όρια των συμφερόντων του κάθε κράτους μέλους, χωρίς συλλογικό όραμα.
Με λίγα λόγια, δομικού χαρακτήρα προοπτικές, για άμεση ανάκαμψη του τζίρου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν υπάρχουν.
Η ελληνική οικονομία έχει στεγνώσει από ρευστότητα και τα συσσωρευμένα χρέη της, πνίγουν κάθε υποψία αύξησης επένδυσης, κατανάλωσης ή αποταμίευσης.
Η επιβίωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων βραχυπρόθεσμα, απαιτεί άμεσα ένα πρόγραμμά εκτενούς χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα με ευνοϊκούς όρους, σε μικρής εμβέλειας επενδυτικές δράσεις, εξετάζοντας την προοπτική της επένδυσης και όχι τις υφιστάμενες οφειλές της επιχείρησης.
Επίσης, χρειάζεται ένα δυναμικού χαρακτήρα πρόγραμμα διευθέτησης οφειλών των επιχειρήσεων, σύμφωνα με το πώς εξελίσσονται οι πραγματικές τους δυνατότητες αποπληρωμής και όχι σύμφωνα με τις επιθυμίες των πιστωτών.
Απαιτείται περιορισμός των χρημάτων που δεσμεύονται σε κατασχεμένους επαγγελματικούς λογαριασμούς, μόνο κατά ένα μικρό μέρος του δηλούμενου μικτού κέρδους της επιχείρησης και όχι του συνολικού ποσού, το οποίο συμπεριλαμβάνει και το κόστος της υπηρεσίας ή του προϊόντος που πουλάει η επιχείρηση.
Τέλος είναι αναγκαία η αύξηση των μεταβιβαστικών πληρωμών (επιδομάτων), τις περιόδους των εορτών, Χριστούγεννα και Πάσχα, με προπληρωμένες κάρτες, προκειμένου να κατευθυνθούν τα χρήματα αυτά, άμεσα και υποχρεωτικά στην αγορά καταναλωτικών ειδών.
Αυτά είναι πράγματι ορισμένα μέτρα άμεσης απόδοσης, τα οποία υπερβαίνουν τις μακροοικονομικές αναλύσεις και τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, οι οποίες όμως μέχρι να εφαρμοστούν δεν θα υπάρχουν οι σημερινές επιχειρήσεις.
Νίκος Καραγιάννης Λογιστής – MBA Διοίκηση Επιχειρήσεων
sinidisi.gr