Δικηγόροι… εισπράκτορες τραπεζών! Απίστευτες καταγγελίες αυθαιρεσίας- «Εκπλήξεις» μέσα στο 2020 ετοιμάζει η Γραμματεία Εμπορίου και Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτρυξης κι Επενδύσεων
Πώς έφτασαν οι δικηγόροι να γίνουν εισπράκτορες; Το Dikaiologitika News ερεύνησε το θέμα κι αναδεικνύει τη στρατηγική και μεθοδευμένη μετατόπιση του κυνηγιού είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών από τις εισπρακτικές, στις δικηγορικές εταιρείες. Απέναντι στις τελευταίες, οι οφειλέτες είναι εντελώς απροστάτευτοι ακόμα και όταν καταγγέλλουν τις πρακτικές αυτές καθώς περισσότερες από τις μισές χάνονται στη …διαδρομή. Κι ενώ το φαινόμενο γιγαντώνεται ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου προαναγγέλλει αλλαγές που θα θωρακίζουν τους καταναλωτές, μέσα στο 2020.«Καλούν τους πολίτες και τους λένε: βάλε ό,τι έχεις πάνω σου 300, 200 – 100 ευρώ» μάς λέει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ (Ένωση Καταναλωτών «Η Ποιότητα της Ζωής») και συνεχίζει περιγράφοντας τις ζοφερές πρακτικές μερικών δικηγορικών γραφείων που τα τελευταία χρόνια έχουν αναλάβει τον ρόλο των εισπρακτικών εταιρειών:
«Τηλεφωνούν σε έναν οφειλέτη ακόμα και 10 φορές την ημέρα, ακόμα και μέσω viber, εκβιάζουν.
Καλούν ακόμα κι αν ο πολίτης έχει ρυθμίσει την οφειλή του ή έχει καταθέσει αίτηση να υπαχθεί στο νόμο Κατσέλη. Σε μια καταγγελία ένας καταναλωτής μάς περιγράφει: ‘απειλήθηκα από το τάδε δικηγορικό γραφείο ότι θα στείλουν περιπολικό στον τόπο εργασίας μου μαζί με δικαστικό επιμελητή. Μου λένε: το ποσό που ζητάμε είναι το ποσό του ενοικίου που θα πληρώνεις όταν σου πάρουμε το σπίτι. Θα πληρώσεις 3.000 ευρώ, τι ρωτάς αν καταγράφεται η συνομιλία; Εδώ χρωστάς, ζητάς και δικαιώματα;»
Οι περιγραφές των πολιτών θυμίζουν «Δίκη» του Κάφκα
« Με παίρνουν καθημερινώς εμένα και τα συγγενικά μου πρόσωπα από διάφορα νούμερα ασκώντας πίεση για οφειλή που έχω προς την τράπεζα. Έχω έρθει σε μια συμφωνία με την τράπεζα επειδή είμαι καιρό άνεργος, για περίοδο χάριτος ενός έτους χωρίς να πληρώνω (έχω υπογράψει τα χαρτιά) κι αυτοί συνεχίζουν! Παρακαλώ βοηθήστε με είμαι χωρίς δουλειά, με μια μάνα που δουλεύει και για εμένα…»
– «Χτες Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2019 δέχτηκα δύο συνεχόμενες κλήσεις από κινητό τηλέφωνο που ανήκει στο ΧΧΧΧΧΧΧΧ δικηγορικό γραφείο. Ζήτησα τον Α.Μ του δικηγορικού γραφείου και με απίστευτο θράσος, με παρέπεμψε στον Δικηγορικό Σύλλογο, κοροϊδεύοντας με κιόλας όταν ζήτησα το μικρό της όνομα της κας ΧΧΧΧΧΧ ότι ‘σιγά μην δώσω και το πατρώνυμό της’. Βρίσκομαι σε προχωρημένη εγκυμοσύνη κι όλη αυτή η κατάσταση με τάραξε τόσο, που αναγκάστηκα να καταφύγω στο μαιευτήριο, προκείμενου να μου γίνει έλεγχος για πρόωρο τοκετό».
– «Με πήραν 20 φορές στη σειρά στο χώρο εργασίας μου. Απειλούσαν την υπάλληλό μου. Έχουν βγει εκτός ορίων. Καλούν και στο κινητό τηλέφωνο της συζύγου μου»
Σε αυτό το σημείο, εύλογα αναρωτιέται κανείς πόσες καταγγελίες δέχεται η ΕΚΠΟΙΖΩ. «Τουλάχιστον 5-6 την ημέρα, είτε τηλεφωνικώς είτε γραπτώς. Είναι τουλάχιστον 100 καταγγελίες τον μήνα», απαντά η κυρία Καλαποθαράκου.
Στην πραγματικότητα, οι καταγγελίες ετησίως φτάνουν τουλάχιστον τις 2.000 μόνο στην ΕΚΠΟΙΖΩ μια και συχνά οι τράπεζες δίνουν ταυτόχρονα τον φάκελο ενός καταναλωτή σε δύο εισπρακτικές εταιρείες ή σε δύο δικηγορικές.
Όσο για τον όγκο των ληξιπρόθεσμων οφειλών, πρώτες είναι αυτές στις τράπεζες (στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, αλλά και πιστωτικές), ακολουθούν οι οφειλές σε εταιρείες κινητής τηλεφωνίας και τελευταία έρχεται η ενέργεια. Η ΔΕΗ μάλιστα ήταν από τις πρώτες εταιρείας ενέργειας που ανέθεσε την είσπραξη των οφειλών σε εισπρακτικές και δικηγορικές εταιρείες.
Η αυστηρή νομοθεσία που προκάλεσε το κόλπο της αλλαγής
Πώς και πότε ανέλαβαν όμως οι δικηγόροι τη «βρώμικη» δουλειά; Η «αλλαγή» έγινε πριν από 3 με 4 χρόνια.
Πηγαίνοντας λίγο ακόμα πιο πίσω στο χρόνο ήταν η αυστηροποίηση του νόμου 3758 (του 2009) ο οποίος τροποποιήθηκε με το άρθρο 36 του νόμου 4038 το 2012 που ανάγκασε τις εισπρακτικές να συμμορφωθούν σε μια σειρά από κανόνες όπως το να τηλεφωνούν στον οφειλέτη αφού περάσουν 10 ημέρες από την ημερομηνία λήξης της οφειλής του. Επίσης απαγορεύτηκαν οι κλήσεις τα Σαββατοκύριακα, οι εταιρείες μπορούσαν πια να καλούν μόνο μια φορά ανά δύο ημέρες κ.α.
Ως τότε, οι εγγεγραμμένες στο μητρώο εισπρακτικές εταιρείες είχαν φτάσει τις 23 κι ήταν γενικώς σε …μεγάλη άνθηση. Όμως, η αυστηροποίηση της νομοθεσίας, οι συνεχείς καταγγελίες των ενώσεων των καταναλωτών και τα πρώτα μεγάλα χρηματικά πρόστιμα στις εταιρείες κατέστησαν την είσπραξη ολοένα και πιο δύσκολη.
Τότε βρέθηκε το τρικ των δικηγορικών εταιρειών. Οι τελευταίες, που επίσης εν μέσω κρίσης, έπεσαν σε μεγάλες αναδουλειές, πήραν σε μεγάλο βαθμό τη σκυτάλη για την είσπραξη μια και μπορούν να εκφεύγουν πλήρως του νόμου προστασίας του καταναλωτή.
Καταρχάς, ως δικηγορική εταιρεία δεν έχουν υποχρέωση να εγγραφούν στο μητρώο των εισπρακτικών εταιρειών. Επίσης, δεν καταγράφουν την τηλεφωνική συνομιλία με τον καταναλωτή όπως ήταν υποχρεωμένες να κάνουν οι εισπρακτικές. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο πολίτης δεν μπορεί να αποδείξει τις παράνομες πρακτικές τους.
Γι’ αυτό, έχει ιδιαίτερη αξία και βαρύτητα αυτή τη χρονική στιγμή η δήλωση του Γενικού Γραμματέα Εμπορίου και Καταναλωτή, Παναγιώτη Σταμπουλίδη ο οποίος προαναγγέλλει στο Dikaiologitika News άμεσες αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο προστασίας του καταναλωτή. Όπως μάς λέει:
«Όντως μας ενοχλεί η αθέμιτη πρακτική κάποιων δικηγορικών εταιρειών που σε αντίθεση με το πλαίσιο λειτουργίας τους, ασκούν παρανόμως εκείνο των εισπρακτικών εταιρειών. Είμαστε σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης προκειμένου να διασφαλίσουμε την τήρηση του νόμου.
Δουλεύουμε από κοινού προκειμένου να υπάρξει ένα ενιαίο πλαίσιο λειτουργίας των εισπρακτικών εταιριών και να προστατευτεί το επάγγελμα των δικηγόρων που δεν έχει καμία σχέση με αυτό των εισπρακτικών.
Παναγιώτης Σταμπουλίδης
Έχουμε ήδη εξαγγείλει βελτιώσεις στο σημερινό θεσμικό πλαίσιο για τις εισπρακτικές εταιρίες (που ήδη είναι από τα πιο αυστηρά στην ΕΕ) και σκοπεύουμε να ενισχύσουμε τους καταναλωτές έτσι ώστε να προστατεύονται από αθέμιτες πρακτικές».
Το παράβολο των €80 για μια καταγγελία κι οι παράνομες πρακτικές
Ξετυλίγοντας περαιτέρω το κουβάρι το πιο τρομαχτικό της υπόθεσης είναι η συγκάλυψη, καταρχάς από το ίδιο το δικηγορικό σώμα.
Σύμφωνα με την κυρία Καλαποθαράκου η πλειονότητα των ανθρώπων πίσω από το ακουστικό δεν είναι δικηγόροι αλλά εργαζόμενοι σαν αυτούς στα call center (τηλεφωνικά κέντρα) των εισπρακτικών. «Εμείς συμβουλεύουμε τους καταναλωτές να τους ρωτούν: ‘ποιος είναι ο αριθμός μητρώου σας;’. Τις περισσότερες φορές, οι τηλεφωνητές αιφνιδιάζονται κι απαντούν: ‘Είμαι ένας βοηθός’».
Παναγιώτα Καλαποθαράκου
Για τους καταναλωτές αλλά και για τις ενώσεις που τούς υπερασπίζονται το παράλογο της υπόθεσης είναι πως αν κάποιος πολίτης θέλει να καταγγείλει στο πειθαρχικό του «Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών» μια δικηγορική εταιρεία που παραβιάζει τη νομοθεσία προστασίας του καταναλωτή τότε πρέπει να πληρώσει παράβολο 80 ευρώ (!). «Πώς όμως θα πληρώσει ένας οφειλέτης ένα τέτοιο παράβολο αν αδυνατεί να πληρώσει μια παρόμοιου ύψους οφειλή;», αναρωτιέται η κυρία Καλαποθαράκου.
Στο ίδιο μήκος κύματος σχετικά με την κατάχρηση του ρόλου των δικηγόρων είναι κι όσα μας λέει η Αθηνά Κοντογιάννη, δικηγόρος κι η ίδια και πρώην αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή (η θητεία της έληξε πριν από έναν μήνα).
Σύμφωνα με την ίδια, αυτήν τη στιγμή με τον τρόπο είσπραξης από τους δικηγόρους παρακάμπτονται σοβαρά ζητήματα προστασίας της ιδιωτικότητας όπως η απαγόρευση να ζητούνται χρήματα από έναν συγγενή του οφειλέτη (σ.σ. οι πολίτες καταγγέλλουν ότι αυτοί που τηλεφωνούν μιλούν συχνά με τους υπέργηρους γονείς ή τα ανήλικα παιδιά τους). Μάλιστα, αποφάσεις του Αρείου Πάγου αλλά και του Νομικού Συμβουλίου του κράτους ουσιαστικά καθιστούν αδύνατο τον έλεγχο στους δικηγόρους. Μια από αυτές είναι η απόφαση του Αρείου Πάγου 18/1999 σύμφωνα με την οποία οι δικηγόροι δεν εμπίπτουν στην έννοια του παρέχοντος υπηρεσίες/ προμηθευτή του ν. 2251/1994. Oι δικηγόροι οχυρώνονται πίσω από αυτή την απόφαση για να μην υπακούουν στη νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή.
Αθηνά Κοντογιάννη
Η κυρία Κοντογιάννη δικηγόρος κι η ίδια στο επάγγελμα, τα βρίσκει όλα αυτά ανήθικα. Όπως το θέτει: « Έχoυμε να κάνουμε ξεκάθαρα με μια εμπλοκή του δικηγορικού λειτουργήματος. Είναι μια προσπάθεια είσπραξης με αθέμιτα μέσα, ο δικηγόρος δεν μπορεί να γίνεται εισπράκτορας».
Επίσης, η ίδια τονίζει ότι στην πραγματικότητα οι δικηγορικές εταιρείες που ασχολούνται με την είσπραξη δεν έχουν άλλο αντικείμενο πέραν αυτού. «Βλέπαμε συνεχώς συγκεκριμένες δικηγορικές εταιρείες να καταγγέλλονται από τους καταναλωτές στο Συνήγορο του Καταναλωτή», λέει χαρακτηριστικά και προσθέτει ότι πολλές φορές τα περασμένα τέσσερα χρόνια έγινε προσπάθεια να αλλάξει το νομικό πλαίσιο. «Είχε ετοιμαστεί μάλιστα κι ένα σχέδιο νόμου ενώ είχε συσταθεί και νομοπαρασκευαστική επιτροπή».
Το σχέδιο δεν προχώρησε τελικά κι όπως πολλοί θυμούνται από εκείνη την έντονη περίοδο των συζητήσεων ο «Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών», άσκησε μεγάλες πιέσεις να μην υπαχθούν οι δικηγορικές εταιρείες σε καθεστώς ελέγχου. Οι δικηγόροι ξεκίνησαν να απειλούν με αποχές κι η πολιτική ηγεσία έκανε πίσω.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών υπερασπίζεται τον εαυτό του
«Η είσπραξη απαιτήσεων των εντολέων με τα μέσα που προβλέπει η Πολιτική Δικονομία είναι βασική δικηγορική δραστηριότητα», απαντά στο Dikaiologitika News ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός και προσθέτει: «Αυτό είναι κάτι που κάνουν όλοι οι δικηγόροι καθημερινά στο πλαίσιο πάσης φύσεως ιδιωτικών διαφορών, είτε π.χ. πρόκειται για είσπραξη οφειλόμενων μισθωμάτων, είτε για την καταβολή δεδουλευμένων, είτε για την απόδοση οφειλόμενου δανείου, κ.ο.κ ».
Για τον ίδιο, οι δικηγορικές εταιρίες ουδεμία σχέση έχουν με τις εισπρακτικές εταιρίες κι ο ίδιος θεωρεί πως δεν γίνεται και δεν θα έπρεπε να διαφοροποιηθούν οι δικηγορικές εταιρείες που λειτουργούν σαν εισπρακτικές. «Είναι προσωπικές, μη κεφαλαιουχικές εταιρίες, που υπάγονται μόνον στον Κώδικα Δικηγόρων και ως εκ τούτου καταχωρούνται μόνον στα Μητρώα του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Το αντικείμενο των δικηγορικών εταιριών είναι κατά πολύ ευρύτερο της είσπραξης απαιτήσεων, με αποτέλεσμα να είναι πρακτικά αδύνατη η διάκριση μεταξύ δικηγορικών εταιριών που λειτουργούν σαν εισπρακτικές και εκείνων που έχουν ευρύτερο αντικείμενο».
Δημήτρης Βερβεσός
Όσον αφορά τώρα στις δικηγορικές εταιρείες που έχουν οδηγηθεί στο πειθαρχικό λόγω καταγγελιών πολιτών, ο κύριος Βερβεσός μάς λέει πως σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία (Απρίλιος 2019) είχαν υποβληθεί 825 αναφορές στο Πειθαρχικό Τμήμα, εκ των οποίων 502 τέθηκαν στο αρχείο είτε γιατί δεν προσήλθε ο καταγγέλλων να καταθέσει προς υποστήριξη της αναφοράς του, είτε γιατί δεν προσκομίστηκαν επαρκή αποδεικτικά μέσα (π.χ. τα εξωτερικά στοιχεία επικοινωνίας του δικηγόρου με τον καταγγέλλοντα, που αποδεικνύουν τον αριθμό των πραγματοποιηθεισών τηλεφωνικών κλήσεων), είτε γιατί δεν καταβλήθηκε παράβολο. Έχουν εκδοθεί από τα πειθαρχικά συμβούλια 203 αποφάσεις και εκκρεμούν σε προκαταρκτικό στάδιο 120 υποθέσεις».
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως ειδικά για την παραπάνω τοποθέτηση του κύριου Βερβεσού, τόσο η κυρία Καλαποθαράκου όσο κι η κυρία Κοντογιάννη αντιτάσσουν πως στην πραγματικότητα, όσον αφορά τουλάχιστον στο σκέλος των «μη επαρκών αποδεικτικών μέσων» που επικαλείται ο κος Βερβεσός, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδείξουν οι καταγγέλλοντες τις κλήσεις που δέχονται μια κι αυτές στο σταθερό τηλέφωνο δεν καταγράφονται. Ακόμα όμως και στο κινητό να έχουν καλέσει οι δικηγόροι τον οφειλέτη θα πρέπει ο τελευταίος να αιτηθεί να πάρει το αρχείο των κλήσεων από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας όπου έχει το νούμερό του η οποία κατά πάσα πιθανότητα θα τον παραπέμψει στην Αστυνομία- « Η στοιχειοθέτηση των τηλεφωνικών κλήσεων είναι πρακτικώς αδύνατη» εξηγούν στο Dikaiologitika News κι οι δύο συνομιλήτριες.
Όσον αφορά στο παράβολο τώρα, ο κος Βερβεσός μάς λέει πως αυτό προβλέπεται για όλες τις περιπτώσεις πειθαρχικών αναφορών κι είναι υποπολλαπλάσιο των εξόδων της πειθαρχικής διαδικασίας. «Μέχρι την τελεσιδικία της υποθέσεως το κόστος για τον ΔΣΑ ανέρχεται σε χρηματικό ποσό υπέρτερο των 200 € ανά υπόθεση. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι δεν είναι δυνατόν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, που έχουν ως πόρους αποκλειστικά τις εισφορές των μελών τους να επιβαρύνονται με τα έξοδα της πειθαρχικής διαδικασίας».
Τέλος, όσον αφορά στο καυτό ζήτημα της καταγραφής της συνομιλίας ο κος Βερβεσός είναι κάθετα αντίθετος: «Τυχόν καταγραφή των κλήσεων που πραγματοποιούν οι δικηγόροι θα συνιστούσε εξόφθαλμη παραβίαση του δικηγορικού απορρήτου, που προστατεύεται σε όλη την Ευρώπη και συνιστά φέρον στοιχείο του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, όπως κατοχυρώνεται τόσο στο Σύνταγμα, όσο και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Ο ίδιος δηλώνει, πάντως, πρόθυμος να καθίσει ο ΔΣΑ στο τραπέζι του διάλογου με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. « Πρέπει να υπάρξει ειλικρινής και απροκατάληπτος διάλογος όλων των εμπλεκομένων πλευρών, δηλ. των συναρμοδίων Υπουργείων, του Συνηγόρου του Καταναλωτή, των Ενώσεων Καταναλωτών και των Δικηγορικών Συλλόγων, προκειμένου να τεθούν εκείνες οι ασφαλιστικές δικλείδες που θα επιτρέπουν από τη μια την εφαρμογή της πολιτικής δικονομίας και τη συναινετική επίλυση των διαφορών όπου αυτό είναι εφικτό και από την άλλη θα διασφαλίζουν πλήρως τα δικαιώματα, την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια των οφειλετών. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι, όταν κληθεί το δικηγορικό σώμα σε θεσμικό διάλογο, θα προσέλθει, όπως πάντα καλοπίστως και με εποικοδομητική διάθεση, με συγκεκριμένες θέσεις που θα προκύψουν μετά την δημοκρατική λήψη αποφάσεων από τα θεσμικά του όργανα».
Υπόσχεση για αλλαγή του πλαισίου από το Υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων
Ανώτερες θεσμικές πηγές ανέφεραν στο Dikaiologitila News πως αυτή τη στιγμή γίνονται προσπάθειες να ανοίξει εφ’ όλης της ύλης διάλογος με το δικηγορικό σώμα. Τόνισαν ότι είναι πολύ πιθανόν μέσα στον Ιανουάριο, να δοθούν παραπάνω όπλα στον καταναλωτή- μια σκέψη είναι αυτός που καλεί να πρέπει οπωσδήποτε να πιστοποιεί τον ρόλο του για να μπορεί κι ο καταναλωτής να επιλέξει αν θα συνομιλεί μαζί του ή όχι.
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στις αλλαγές που αναμένονται στο νομοθετικό πλαίσο ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Καταναλωτή Παναγιώτης Σταμπουλίδης μάς είπε τα εξής: «Όσον αφορά στον χρόνο των αλλαγών και τον προσανατολισμό τους, μπορώ να σας πω ότι εξετάζουμε διάφορα σενάρια έτσι ώστε αφενός να υπάρχει το πλαίσιο ενημέρωσης των οφειλετών, αφετέρου να προστατεύεται η ιδιωτικότητα και κυρίως στους χώρους εργασίας και στην κατοικία.
Ήδη όπου έχουν καταγραφεί παραβάσεις του νόμου για αθέμιτες πρακτικές, για αδικαιολόγητες οχλήσεις κ.λπ. δείξαμε ότι θα είμαστε δίκαιοι και σκληροί. Σας θυμίζω τα πρόστιμα μεγαλύτερα των 200.000 € σε τραπεζικό και ασφαλιστικό φορέα».
Η κα Καλαποθαράκου δηλώνει πάντως σκεπτική για τα παραπάνω. Θεωρεί ότι με δεδομένο το γεγονός πως οι δικηγορικοί σύλλογοι είναι υπό την εποπτεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης και πως για να υπογραφεί το όποιο νομοσχέδιο τους αφορά πρέπει πρώτα να περάσει από το προαναφερθέν υπουργείο, οι αντιστάσεις που θα συναντήσει θα είναι de facto πολύ ισχυρές. «Θα τολμήσει να βάλει το Υπουργείο Ανάπτυξης που είναι το αρμόδιο για θέματα καταναλωτή ένα τέτοιο σχέδιο σε διαβούλευση;» αναρωτιέται η ίδια και προσθέτει πως ο νέος ενισχυμένος νόμος είναι στα σκαριά εδώ και 5 χρόνια αλλά στην πραγματικότητα καμία κυβέρνηση δεν πιάνει την ….«καυτή πατάτα» να καθίσει όλους τους εμπλεκόμενους στο τραπέζι φοβούμενη τις αντιδράσεις του ισχυρού σώματος των δικηγόρων και του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
«Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ότι θα εκσυγχρονίσει το νόμο, υποχρεώνοντας ανάμεσα σε άλλα δικηγορικές κι εισπρακτικές εταιρείες η όχληση να γίνεται μια φορά την εβδομάδα. Είχε συσταθεί μάλιστα και νομοπαρασκευαστική επιτροπή αλλά το σχέδιο δεν προχώρησε. Σε κάθε περίπτωση, η παρούσα νομοθεσία της προστασίας του καταναλωτή είναι πια αναχρονιστική. Ελπίζουμε η τωρινή κυβέρνηση να προχωρήσει στις απαραίτητες αλλαγές », καταλήγει η ίδια.
dikaiologitika.gr