Η εκτέλεση του Ευρυτάνα πολιτικού από τους τρομοκράτες της 17 Νοέμβρη συγκλόνισε τον πολιτικό κόσμο.
Το ημερολόγιο έγραφε 26 Σεπτεμβρίου 1989, και το ρολόι έδειχνε 07:58. Ο βουλευτής Ευρυτανίας της Νέας Δημοκρατίας Παύλος Μπακογιάννης περνούσε το κατώφλι της πολυκατοικίας στην οδό Ομήρου στο Κολωνάκι, όπου βρισκόταν το γραφείο του.
Δευτερόλεπτα αργότερα θα βρισκόταν αντιμέτωπος με τρεις ένοπλους άνδρες που κρατούσαν στα χέρια τους 45άρια πιστόλια. Οι ένοπλοι τον πυροβόλησαν εν ψυχρώ και έσπευσαν να εξαφανιστούν. Ο βουλευτής μεταφέρθηκε στον «Ευαγγελισμό όπου λίγο αργότερα κατέληξε από τα βαρύτατα τραύματά του. Οι τρεις οπλισμένοι άνδρες μετά την δολοφονική επίθεση έσπευσαν να εξαφανιστούν στα γύρω στενά πριν προλάβουν να φτάσουν στο σημείο άνδρες της Αστυνομίας.
Η δολοφονία του Ευρυτάνα πολιτικού συγκλόνισε τον πολιτικό κόσμο καθώς ήρθε σε μία εποχή όπου την επικαιρότητα μονοπολούσε η επικείμενη παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Σύμφωνα με μαρτυρία της Ντόρας Μπακογιάννη, στη δίκη της 17Ν, ο Παύλος Μπακογιάννης είχε περάσει το προηγούμενο βράδυ της δολοφονίας του στα γραφεία του Συνασπισμού κι έτσι το επίμαχο πρωινό είπε στον φρουρό του να μην τον συνοδεύσει ως το γραφείο του στο Κολωνάκι.
Τραγική ειρωνεία… Την ημέρα που δολοφονήθηκε ο Παύλος Μπακογιάννης, εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση η χρηματοδότηση του προγράμματος για την Ευρυτανία, που ο ίδιος είχε καταρτίσει. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να το δει να γίνεται πράξη.
Η προκήρυξη
Οι ώρες περνούν και τα ερωτηματικά γύρω από την επίθεση πληθαίνουν. Εν τέλει οι απαντήσεις δίνονται από την προκήρυξη που έφτασε λίγο αργότερα στα γραφεία της «Ελευθεροτυπίας» και επάνω είχε τα διακριτικά της 17 Νοέμβρη και τίτλο «Άρχισε η κάθαρση».
«Η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός εξαπάτησαν και εξαπατούν χυδαία τον λαό, αφού οδηγούν με τη στάση τους στην παραγραφή των εγκλημάτων, χωρίς να κρατάνε τα προσχήματα», ανέφερε μεταξύ άλλων η προκήρυξη ενώ κατονομάζονταν ως συνυπεύθυνοι μαζί με τον Παύλο Μπακογιάννη, του σκανδάλου Κοσκωτά οι Παπανδρέου, Κουτσόγιωργας, Πέτσος, Ρουμελιώτης και Χαλικιάς.
«Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή του λαού Μπακογιάννη. Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου Γραμμής, αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης», σημειωνόταν στην δωδεκασέλιδη προκήρυξη.
Σάββας Ξηρός – Δημήτρης Κουφοντίνας (Copyright: Eurokinissi)
Στην ομάδα των εκτελεστών Σάββας Ξηρός και Δημήτρης Κουφοντίνας
Κατά τη διάρκεια της δίκης της 17Ν το τοπίο γύρω από τη δολοφονία Μπακογιάννη ξεκαθαρίστηκε. Η Αντιτρομοκρατική είχε ήδη στα χέρια της την ομολογία του Βασίλη Τζωρτζάτου (Ο Τζωρτζάτος είπε στην προανακριτική του κατάθεση ότι πήρε μέρος στη λήψη απόφασης της δολοφονίας). Ακόμη ο Τζωρτζάτος στην κατάθεσή του είχε πει πως στη δολοφονία εμπλέκονται ακόμη οι Αλέκος Γιωτόπουλος, Δημήτρης Κουφοντίνας, Σάββας Ξηρός και Ηρακλής Κωστάρης: «… Σε συνάντηση που είχαμε στα μέσα Αυγούστου 1989 εγώ, ο “Λάμπρος” (σ.σ.: Γιωτόπουλος), ο “Λουκάς” (σ.σ.: Κουφοντίνας) και ο “Μιχάλης” (σ.σ.: Σ. Ξηρός) με πρόταση του “Λουκά” και του “Λάμπρου” αποφασίσαμε την εκτέλεση του βουλευτή Μπακογιάννη. […] Την εκτέλεση έκαναν ο “Λουκάς”, ο “Μιχάλης” και ο “Χάρης” (σ.σ.: Κωστάρης), χωρίς να ξέρω ποιος πυροβόλησε. Μετά την εκτέλεση και οι τρεις ήρθαν πεζή στο αυτοκίνητο όπου ήμουν εγώ».
Τα ίδια πρόσωπα κατονομάζει και ο Χριστόδουλος Ξηρός στη δική του κατάθεση. «Στη δολοφονία του Μπακογιάννη εγώ δεν συμμετείχα, πλην όμως, απ’ όσα άκουσα στην οργάνωση, την ομάδα αποτελούσαν ο “Σταμάτης”, ο αδελφός μου ο Σάββας, ο “Λουκάς”, ο “Χάρης” και ο “Λάμπρος”».
Μητσοτάκης: Να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτό τον τόπο
Όπως ήταν φυσικό τα νέα για τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη έφτασαν άμεσα και στη Βουλή. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με εμφανή τη συγκίνηση στο πρόσωπό του και μην μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυα του προχώρησε σε μία ιστορική ομιλία.
«Είναι μία πολιτική δολοφονία που προστίθεται σε μια μακρά αλυσίδα δολοφονιών που προηγήθηκαν. Αποτελεί σκληρό πλήγμα για τη Νέα Δημοκρατία. Κι αποτελεί δεινή δοκιμασία για μένα και την οικογένειά μου. Πρέπει όμως αυτή την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας να σταθούμε όλοι μας όρθιοι. Να προστατέψουμε τη Δημοκρατία και τους Θεσμούς της. Σε ό,τι με αφορά, εγώ μια ευχή έχω να εκφράσω. Να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτό τον τόπο» είχε πει.
Σημειώνεται πως μετά την ομιλία του ο Ανδρέας Παπανδρέου τον πλησίασε για να του εκφράσει τα συλληπητήριά του, αφήνοντας προς στιγμή στην άκρη την χρόνια διαμάχη τους.
Η κηδεία του Παύλου Μπακογιάννη πραγματοποιήθηκε στο Καρπενήσι στις 29 Σεπτεμβρίου. όπου εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου έσπευσαν να πουν το «ύστατο χαίρε» στον Ευρυτάνα βουλευτή. Το συγκεντρωμένο πλήθος φώναζε συνθήματα κατά της τρομοκρατίας την ώρα που ο Παύλος Μπακογιάννης οδηγούνταν τυλιγμένος με την ελληνική σημαία στην ευρυτανική γη.
copyright: eurokinissi
Ποιος ήταν ο Παύλος Μπακογιάννης
Γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1935 στο χωριό Βελωτά της Ευρυτανίας. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του παπα – Κώστα και της Ειρήνης Μπακογιάννη. Γυμνάσιο πήγε στο Θέρμο Τριχωνίδας, για ένα χρόνο στο Καρπενήσι (1950) και το τελείωσε στην Πάτρα στο Β’ Γυμνάσιο Πατρών. Σπούδασε Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, παίρνοντας πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωνσταντίας (Konstanz), στο Πανεπιστήμιο της οποίας ανακηρύχθηκε κατόπιν Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών. Δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας.
Ήταν διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, όταν έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Από τη θέση αυτή αντιτάχθηκε στο δικτατορικό καθεστώς και έκανε εκπομπές με σχόλια και ειδήσεις που αναμεταδίδονταν και από την Deutsche Welle και πολύ γρήγορα έγιναν σημείο αναφοράς του αντιδικτατορικού αγώνα. Στο Μόναχο γνώρισε τη Ντόρα Μητσοτάκη, κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης και την οποία και παντρεύτηκε το 1974. Μαζί της απέκτησε δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα.
Παύλος Μπακογιάννης (Copyright: ΑΠΕ – ΜΠΕ)
Η εθνική συμφιλίωση
H Χούντα πέφτει τον Ιούλιο του 1974 και ο Παύλος Μπακογιάννης γύρισε πίσω στην Ελλάδα. Αρχικά δούλεψε στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» και το 1982 ανέλαβε την έκδοση και τη διεύθυνση του εβδομαδιαίου περιοδικού «ΕΝΑ» ως το Φεβρουάριο του 1985. Από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κώστα Μητσοτάκη. Τον Ιούνιο του 1989 εκλέχθηκε βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας Ευρυτανίας. Ακολούθησε η Κυβέρνηση Τζαννετάκη, στο σχηματισμό της οποίας έλαβε ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού.
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ευρυτανίας. Το πρώτο του μάλιστα βιβλίο είχε τίτλο: «Η Ευρυτανία και οι οικονομικές της δυνατότητες» (Αθήνα, 1960). Είχε καταρτίσει ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης της περιοχής, το οποίο υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως πολιτικός θεωρούνταν ήπιος και συναινετικός. Θεωρούσε επιβεβλημένη την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση. Στα πλαίσια αυτής του της πεποίθησης εργάστηκε για την επιτυχία του πρωτοποριακού, για την εποχή, εγχειρήματος συγκυβέρνησης Αριστεράς και Δεξιάς. Για τους ίδιους λόγους ήταν εισηγητής, εκ μέρους της Ν.Δ., του νομοσχεδίου για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου που υπερψηφίστηκε και έγινε Νόμος το καλοκαίρι του 1989.
Αντί επιλόγου, ας θυμηθούμε την περίφημη φράση του Παύλου Μπακογιάννη που έμεινε στην Ιστορία, όπως και ο ίδιος: «Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα».
Πηγή: ethnos.gr