To ελληνικό Δημόσιο μετά την πώληση λόγω απαίτησης του ΤΧΣ του 10% στην Εθνική Τράπεζα, από το 18,3% που είχε απομείνει στην κατοχή του κατέγραψε μία μεγάλη ζημιά 7,5 δισ. ευρώ παρά τους «πανηγυρισμούς» της διοίκησης και της κυβέρνησης για τη μεγάλη ζήτηση που εκδηλώθηκε για τις μετοχές που διατέθηκαν προς πώληση.
Συγκεκριμένα, το Δημόσιο, δηλαδή οι Έλληνες φορολογούμενοι, βγαίνει με ζημιά, αφού έχει επενδύσει απευθείας στην Εθνική 8,5 δισ. ευρώ και θα έχει εισπράξει 1,8 δισ. ευρώ από τις δύο πωλήσεις που έχει πραγματοποιήσει μέχρι τώρα.
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που διαχειρίζεται τις μετοχές του Δημοσίου στις τράπεζες, πούλησε πέρσι το Νοέμβριο το 22% της Εθνικής και εισέπραξε 1,06 δισ. ευρώ, ενώ τώρα πουλά το 10% και θα εισπράξει περί τα 800 εκατ. ευρώ.
Εάν υπολογίσουμε και τα περίπου 800 εκατ. ευρώ που το ελληνικό Δημόσιο έβαλε για να καλύψει τα ανοίγματα των τραπεζών που κρίθηκαν μη βιώσιμες οι οποίες απορροφήθηκαν από την Εθνική η ζημιά φτάνει στο ποσό των 7,5 δισ. ευρώ.
Κυβέρνηση και Εθνική τράπεζα «καμαρώνουν» ότι η ζήτηση για το 10% των μετοχών υπερκάλυψε 11 φορές την προσφορά, αλλά δεν εξηγούν γιατί το Δημόσιο σπεύδει να ξεφορτωθεί τη συμμετοχή του την οποία θα μπορούσε είτε να κρατήσει στρατηγικά, είτε να πουλήσει σε επόμενη φάση, με μεγαλύτερο κέρδος.
Από την προηγούμενη πώληση, του 22% τον Νοέμβριο του 2023 με τιμή μετοχής 5,3 ευρώ, το Δημόσιο είχε διαφυγόντα κέρδη 490 ευρώ.
Εάν είχε κρατήσει εκείνο το 22% των μετοχών της Εθνικής, με την μετοχή στα 7,8 ευρώ, η αξία του θα ήταν 1,56 δισ. ευρώ, δηλαδή 500 εκατ. ευρώ παραπάνω. Εάν είχε ακόμα στην κατοχή του αυτό το «πακέτο» θα εισέπραττε και 73 εκατ. ευρώ από το μέρισμα το οποίο διανεμήθηκε τον περασμένο Ιούλιο.
Συνολικά δηλαδή, τα διαφυγόντα κέρδη από εκείνη την «επιτυχημένη αποεπένδυση» φτάνουν στα 570 εκατ. ευρώ.
Τώρα το 10% πωλείται με τιμή μετοχής πιθανόν γύρω στα 7,6-7,8 ευρώ, και το ίδιο σενάριο προφανώς θα επαναληφθεί, αφού υπάρχουν εκτιμήσεις για άνοδο της μετοχής της Εθνικής στα 10 και 11 ευρώ, καθώς προβλέπεται να έχει κέρδη 1,3 δισ. ευρώ φέτος και να δώσει μέρισμα περίπου το 50% από αυτά, ενώ έχει πλεονάζον κεφάλαιο άνω των 2 δισ. ευρώ, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει για να πραγματοποιήσει αγορά ιδίων μετοχών, ανεβάζοντας την αξία των μετόχων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μετοχή συμπιέστηκε τους τελευταίους μήνες, ενόψει της πώλησης του 10%, αφού είχε φτάσει στα 8,4 ευρώ στα τέλη Ιουλίου, αλλά χθες ήταν στα 7,65 ευρώ, μια βουτιά κοντά στο 9%.
Η πώληση επηρεάστηκε από την πτώση που σημείωσε το χρηματιστήριο λόγω της επίθεσης του Ισραήλ στο Λίβανο, αλλά υπήρξαν ενδείξεις για ενδιαφέρον βραχυπρόθεσμων hedge funds, κάτι που προμηνύει σκαμπανεβάσματα στη μετοχή, καθώς αυτού του είδους οι επενδυτές μπαίνουν και βγαίνουν γρήγορα, στοχεύοντας στο γρήγορο κέρδος, δημιουργώντας πιέσεις στη μετοχή.
Συνολικά οι ζημιές του Δημοσίου από τις 4 συστημικές τράπεζες, ανέρχονται σε 24 δισ. ευρώ, αφού έβαλε σε αυξήσεις κεφαλαίου 31,8 δισ. ευρώ, ενώ για να καλύψει ανοίγματα μη βιώσιμων τραπεζών (Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Αγροτική Τράπεζα, FBB, συνεταιριστικές τράπεζες) έβαλε 14,4 δισ. ευρώ.
Από τις πωλήσεις μετοχών και των 4 συστημικών τραπεζών τις οποίες έχει ενισχύσει το ελληνικό Δημόσιο, έχει εισπράξει 8,3 δισ. ευρώ -αν υπολογίσουμε και τα 800 εκατ. ευρώ που θα πάρει για το 10% της Εθνικής.
Ο αντίλογος της κυβέρνησης και του ΤΧΣ είναι ότι μπορεί μεν το Δημόσιο να έχασε αυτά τα χρήματα, αλλά αποτράπηκε η κατάρρευση των τραπεζών η οποία θα είχε κοστίσει πολύ περισσότερα στην οικονομία, ενώ προβάλλεται και το όφελος του Δημοσίου από το PSI!
Αυτά, όμως, δεν αναιρούν το γεγονός ότι οι πωλήσεις έγιναν άρον-άρον με σκοπό να αποσυρθεί το Δημόσιο από τις τράπεζες, ενώ επισπεύδεται κατά ένα έτος και το κλείσιμο του ΤΧΣ, χωρίς να επιδιωχθεί η βέλτιστη δυνατή αξιοποίηση των χρημάτων που έβαλαν οι Έλληνες φορολογούμενοι στις τράπεζες.
Παρόλα αυτά και παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες στηρίχθηκαν με κρατικά λεφτά και αφήνουν το Δημόσιο με μια τρύπα δεκάδων δισ. ευρώ, οι διοικήσεις των τραπεζών μια χαρά ζουν καθώς από το 2023 τριπλασίασαν τις αμοιβές τους, με το «πακέτο» για κάθε έναν από τους επικεφαλής να φτάνει το 1,5 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, ο οποίος για το 2023 εισέπραξε 1.488.000 ευρώ, ακολουθεί ο Χρήστος Μεγάλου της Τράπεζας Πειραιώς με 1.373.500 ευρώ, ο Φωκίων Καραβίας της Eurobank με 1.321.643 ευρώ και τέλος ο Βασίλης Ψάλτης της Alpha Bank με 1.066.876 ευρώ.