«Έκανε όπισθεν και την ξαναπάτησε»
Συνεχίστηκε για δεύτερη μέρα, ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, η δίκη για τον θάνατο της Έμμας, με την κατάθεση της μητέρας της 21χρονης φοιτήτριας, η οποία έχασε τη ζωή της τον Νοέμβριο του 2022, όταν παρασύρθηκε από Ι.Χ. αυτοκίνητο.
«Κρατούσε στα χέρια του ένα φονικό όπλο, ήταν παράνομος από την κορυφή μέχρι τα νύχια» είπε η μητέρα – μάρτυρας αναφερόμενη στον 27χρονο αλβανικής καταγωγής κατηγορούμενο, κάνοντας μνεία αφενός στο ότι το αυτοκίνητο είχε υποστεί μετατροπές για να αυξήσει την ιπποδύναμή του και αφετέρου στο ότι ο οδηγός δεν διέθετε άδεια οδήγησης και επιπλέον βρισκόταν παράνομα, κατά τα λεγόμενά της, στη χώρα μας, ενώ επιπροσθέτως το αυτοκίνητο δεν ήταν δικής του ιδιοκτησίας.
Επικαλούμενη αυτόπτες μάρτυρες που προανακριτικά μίλησαν για «ιλιγγιώδη ταχύτητα», με την οποία κινείτο το όχημα αλλά και «τρομακτικό θόρυβο» που ακούστηκε, η μάρτυρας έκανε λόγο για «Φόρμουλα Ένα» στο κέντρο της πόλης.
Σχολιάζοντας τη συμπεριφορά του κατηγορούμενου οδηγού αλλά και της 20χρονης (τότε) συνοδηγού (απηλλάγη των κατηγοριών με βούλευμα του αρμόδιου Δικαστικού Συμβουλίου) να εγκαταλείψουν το σημείο της θανατηφόρας παράσυρσης, η μητέρα της Έμμας είπε πως το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να γλιτώσουν.
«Εδώ ένα ζώο χτυπάμε και έχουμε τύψεις. Αυτοί οι άνθρωποι σκότωσαν μία κόρη, μία αδελφή, μία εγγονή, μία φίλη. Έχουν σκοτώσει και καταστρέψει παρά πολλές ζωές» κατέθεσε.
Η ίδια μάρτυρας ανέφερε ότι η Έμμα εκείνο το βράδυ είχε επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη από τα Χανιά και πριν πάει στο σπίτι της σκόπευε να κάνει έκπληξη στη φίλη της επειδή είχε γενέθλια.
Όπως κατέθεσε, είχε αγοράσει κεράκια και τούρτα, για να πάει στη φίλη της που έμενε σε παράλληλο δρόμο της Πλατείας Ναυαρίνου.
«Διήνυσε πεζή το ρεύμα προς τα δυτικά, είχε περάσει στο επόμενο ρεύμα» είπε για το σημείο που συνέβη η φονική παράσυρση.
Αφού χτύπησε το παιδί προσκρούοντας διαδοχικά σε κάδο και σ’ ένα σταθμευμένο όχημα «έκανε όπισθεν και την ξαναπάτησε» σημείωσε για την πορεία του αυτοκινήτου. «Δεν μπορώ να φανταστώ την εικόνα του παιδιού μου» συμπλήρωσε.
Συνεχίζοντας την κατάθεσή της και επικαλούμενη στοιχεία της δικογραφίας, η γυναίκα ανέφερε ότι όταν ο οδηγός και η συνοδηγός εξαφανίστηκαν, εγκατέλειψαν το όχημα σε απόμερο μέρος, αφαίρεσαν τις πινακίδες κυκλοφορίας κι έκαναν ωτοστόπ ζητώντας «να πάνε σε κάποιο ξενοδοχείο για να διανυκτερεύσουν».
Ερωτηθείσα, τέλος, από το δικαστήριο για την κυκλοφοριακή παιδεία της κόρης της, η μάρτυρας σημείωσε ότι ήταν πολύ προσεκτική, ενώ πρόσθεσε ότι περπατούσε καθημερινά, κάνοντας περίπου 22.000 βήματα.
Τη σκυτάλη των καταθέσεων πήρε αυτόπτης μάρτυρας του δυστυχήματος, η οποία κατέγραψε με το κινητό της τηλέφωνο την πινακίδα κυκλοφορίας του επίδικου αυτοκινήτου.
«Αρχικά κατάλαβα ότι το όχημα τράκαρε με κάποιο άλλο όχημα. Ήταν ήχος σύγκρουσης δύο αυτοκινήτων. Είδα κόσμο να μαζεύεται στη μέση του δρόμου.
Καθώς πλησίαζα αντιλήφθηκα ότι χτύπησε πεζό. Τα είχαμε χάσει όλοι.
Ήμασταν σοκαρισμένοι απ’ αυτά που είδαμε. Καταλάβαμε ότι ήταν σοβαρό περιστατικό» ανέφερε η μάρτυρας, τονίζοντας ότι το αυτοκίνητο «έτρεχε αρκετά» κάνοντας «σπιναρίσματα», ενώ αυτό που την κινητοποίησε, όπως κατέθεσε, ήταν ο «έντονος θόρυβος».
Η διαδικασία συνεχίζεται με καταθέσεις μαρτύρων του κατηγορητηρίου, κυρίως αυτόπτες μάρτυρες.